Μητσοτάκης: Ήμασταν πάντα στη σωστή πλευρά της ιστορίας (upd)

«Στην Ουκρανία συντελείται μία τομή στον χρόνο και στη μακρά ιστορία της Ευρώπης, γιατί η ανοιχτή εισβολή της Ρωσίας στο ανεξάρτητο γειτονικό της κράτος ξυπνάει και πάλι στην ήπειρο τους παλιούς εφιάλτες των πολέμων και των σφαιρών επιρροής. Με το θράσος της βίας επιχειρείται να ακρωτηριαστεί μία χώρα και μαζί της το Διεθνές Δίκαιο, ενώ καταπατώντας τα σύνορα η Ρωσία αναθεωρεί και ανοικοδομεί εκ των υστέρων και κατά το δοκούν παγιωμένες ιστορικές και γεωγραφικές πραγματικότητες» τόνισε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στην ομιλία του στη βουλή, στη συζήτηση για την κρίση στην Ουκρανία και τις επιπτώσεις για την Ελλάδα.

Επισήμανε ότι η απόφαση του Προέδρου Πούτιν αποτελεί ξεκάθαρη παραβίαση του καταστατικού χάρτη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και των οικουμενικά αποδεκτών κανόνων περί επίλυσης διακρατικών διαφορών με ειρηνικές μεθόδους. «Αμφισβητεί, με τη χρήση βίας, την εδαφική ακεραιότητα μιας γειτονικής χώρας, με την οποία μάλιστα η Ρωσία έχει στενότατους ιστορικούς, κοινωνικούς, πολιτιστικούς, θρησκευτικούς δεσμούς» είπε.

«Πρόκειται για μία βίαιη επιστροφή στην εποχή των ηγεμονιών, όταν όμως όλοι γνωρίζουμε πως η πρόοδος του κόσμου, η σταθερότητα της ηπείρου μας, προέκυψε από το εντελώς αντίθετο: τη συνεργασία δηλαδή μεταξύ ελεύθερων και ανεξάρτητων κρατών, με βάση κοινούς κανόνες και διεθνώς αναγνωρισμένες Συνθήκες» πρόσθεσε.

Ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι η Δύση προχώρησε σε πρωτοφανείς οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας και όπως σημείωσε τα αποτελέσματα είναι ήδη ορατά, καθώς η ρωσική οικονομία συνθλίβεται από τις συνέπειες των επιλογών της ηγεσίας της. «Και το καθεστώς της Μόσχας, απομονωμένο από την παγκόσμια κοινή γνώμη, δέχεται ήδη την πρώτη εσωτερική κριτική, με τη ρωσική νεολαία να αντιδρά πρώτη στην εισβολή» είπε.

Στη συνέχεια ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε: «η στάση της πατρίδας μας σε αυτή την κρίση είναι προϊόν των δικών μας ιστορικών βιωμάτων, αλλά είναι προϊόν και των μεγάλων γεωπολιτικών μας επιλογών».

«Γιατί ήμασταν πάντα στην σωστή πλευρά της ιστορίας και το ίδιο κάνουμε και τώρα. Θα το ξαναπώ, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε πει από αυτό το βήμα ότι «Ανήκομεν εις την Δύσιν». Εγώ θα προσέθετα, είμαστε και εμείς Δύση και ανήκουμε στην ελευθερία, στη δημοκρατία, στη διεθνή νομιμότητα» είπε.

«Είμαστε ένας λαός που 48 χρόνια μετά ζει ακόμα με την ανοιχτή πληγή της Κύπρου. Και που καλείται να απαντά σε συνεχείς αναφορές για υποτιθέμενες αδικίες των Διεθνών Συνθηκών σχετικά με τα νησιά του Αιγαίου. ‘Αρα δεν μπορούμε να στεκόμαστε αδιάφορα απέναντι σε κάθε αυταρχικό ηγέτη που θέλει να ζωγραφίσει μόνος του τα σύνορα. Εδώ, συνεπώς, δεν χωρούν ίσες αποστάσεις» σημείωσε ο πρωθυπουργός και πρόσθεσε «ή είσαι με την ειρήνη και το Διεθνές Δίκαιο ή είσαι απέναντι τους. Για να το πω διαφορετικά, στο έδαφος της Ουκρανίας και ανεξάρτητα από οτιδήποτε έχει προηγηθεί, μια είναι η κυρίαρχη αναμέτρηση: μεταξύ ενός λαού που θέλει να επιλέγει πώς θα ζήσει και με ποιους θα συμμαχήσει και μιας ξένης χώρας η οποία έχει αποφασίσει να επιβάλει το δικό της τρόπο ζωής».

 

Είμαστε με το πλευρό της Ουκρανίας, είμαστε στο πλευρό της ειρήνης, της νομιμότητας και της δημοκρατίας

«Είμαστε με το πλευρό της Ουκρανίας, είμαστε στο πλευρό της ειρήνης, της νομιμότητας και της δημοκρατίας» είπε υπογραμμίζοντας ότι η Ελλάδα συμπαρατάσσεται με όλες τις δυτικές πρωτεύουσες στις κυρώσεις κατά της Ρωσίας.

«Αν δεν δείξουμε έμπρακτη αλληλεγγύη σήμερα σε μία χώρα που δέχεται ένοπλη επίθεση από έναν εχθρό της δημοκρατίας και των ελευθεριών, με ποιο ηθικό ανάστημα θα ζητήσουμε αύριο αν, ο μη γένοιτο, χρειαστεί αλληλεγγύη από τον δυτικό κόσμο;» τόνισε ο πρωθυπουργός.

Στη συνέχεια ανέφερε ότι όταν κάποιοι χτυπούν τα τύμπανα του πολέμου στην Ευρώπη, κάποιοι θα πρέπει να ξανασκεφτούν αν οι φρεγάτες Belharra και τα Rafale έχουν θέση στις Ένοπλες Δυνάμεις μας. «Κάποιοι θα πρέπει να αναλογιστούν τη σημασία που αποκτά το πλέγμα των εθνικών συμμαχιών που η ελληνική διπλωματία έχτισε με ισχυρούς συμμάχους ανά την υφήλιο. Κάποιοι θα πρέπει να ξαναζυγίσουν, στη ζυγαριά της ιστορίας, την ξεπερασμένη συζήτηση περί «βουτύρου και κανονιών» με την οποία έμαθαν να σκέφτονται» είπε.

Αναφερόμενος στις επιπτώσεις που θα έχει η ουκρανική κρίση υπογράμμισε ότι σε ένα πρόβλημα πανευρωπαϊκό απαιτείται πανευρωπαϊκή λύση. «Το κλειδί μεσο-μακροπρόθεσμα είναι πολιτικές όπως η κοινή προμήθεια, η κοινή αποθήκευση, η κοινή χρηματοδότηση ενεργειακής πολιτικής στην Ευρώπη. Και πιστεύω ότι είναι πολύ σημαντικό ότι, μετά από ελληνική πρωτοβουλία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα επεξεργαστεί ένα ειδικό σχέδιο για τη στήριξη επιχειρήσεων και νοικοκυριών μέσω ενός κοινού ταμείου με βάση την εμπειρία της πανδημίας, για να μπορέσουμε να εξακολουθούμε να στηρίζουμε νοικοκυριά και επιχειρήσεις χωρίς να επιβαρύνουμε ασύμμετρα τους εθνικούς προϋπολογισμούς» είπε.

«Έχει υποχρέωση η Ευρώπη αυτή τη στιγμή να συγκεντρώσει τη δύναμη πυρός της και να στηρίξει τα κράτη-μέλη, έτσι ώστε να μην υποστούν οι πολίτες και οι επιχειρήσεις εξαιρετικά επώδυνες επιπτώσεις από μία ενδεχόμενη περαιτέρω αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας» συμπλήρωσε.

Ολοκληρώνοντας την πρωτομιλία του ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπογράμμισε ότι η συζήτηση είναι και μια ευκαιρία να εκπέμψουμε το μήνυμα ότι δεν θα επιτρέψουμε σε κανέναν μιμητή του αναθεωρητισμού να δράσει στην περιοχή μας.

 

Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη:

Κυρίες και κύριοι βουλευτές, θέλω να ξεκινήσω τιμώντας τη μνήμη της Μαριέττας Γιαννάκου, που θα μας συνοδεύει όλους. Είναι η πρώτη μας συνεδρίαση μετά την απώλεια μιας μεγάλης Ελληνίδας, μιας σπουδαίας γυναίκας, μιας μαχήτριας της παράταξης, μιας καλής φίλης, μιας πραγματικής αγωνίστριας της ζωής. Και κανείς δεν θα λησμονήσει τις κοινοβουλευτικές της πρωτοβουλίες, και στην Αθήνα και στις Βρυξέλλες, τους αγώνες της για την παιδεία, κατά των ναρκωτικών, για τα δικαιώματα των γυναικών. Την αποχαιρετούμε σήμερα με συγκίνηση και με ευγνωμοσύνη.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, από την περασμένη Τετάρτη στην Ουκρανία συντελείται μία τομή στον χρόνο και στη μακρά Ιστορία της Ευρώπης, γιατί η ανοιχτή εισβολή της Ρωσίας στο ανεξάρτητο γειτονικό της κράτος ξυπνάει και πάλι στην ήπειρο τους παλιούς εφιάλτες των πολέμων και των σφαιρών επιρροής. Με το θράσος της βίας επιχειρείται να ακρωτηριαστεί μία χώρα και μαζί της το Διεθνές Δίκαιο, ενώ καταπατώντας τα σύνορα η Ρωσία αναθεωρεί και ανοικοδομεί εκ των υστέρων και κατά το δοκούν παγιωμένες ιστορικές και γεωγραφικές πραγματικότητες.

Η απόφαση του Προέδρου Putin αποτελεί ξεκάθαρη παραβίαση του Καταστατικού Χάρτη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών και των οικουμενικά αποδεκτών κανόνων περί επίλυσης διακρατικών διαφορών με ειρηνικές μεθόδους. Αμφισβητεί, με τη χρήση βίας, την εδαφική ακεραιότητα μιας γειτονικής χώρας, με την οποία μάλιστα η Ρωσία έχει στενότατους ιστορικούς, κοινωνικούς, πολιτιστικούς, θρησκευτικούς δεσμούς.

Προκαλεί εκατοντάδες, ενδεχομένως ήδη χιλιάδες, αθώα θύματα, ανάμεσά τους και Έλληνες στη Μαριούπολη. Οδηγεί εκατοντάδες χιλιάδες στον δρόμο της προσφυγιάς. Και το πιο ανατριχιαστικό, με πρόσχημα μία ανύπαρκτη απειλή κατά της χώρας του ο Vladimir Putin επιχειρεί να καταργήσει την ελευθερία μιας άλλης χώρας. Γιατί η αλήθεια είναι ότι η Ρωσία δεν κινδυνεύει από κανέναν γείτονά της.

Με άλλα λόγια, πρόκειται για μία βίαιη επιστροφή στην εποχή των ηγεμονιών, όταν όμως όλοι γνωρίζουμε πως η πρόοδος του κόσμου, η σταθερότητα της ηπείρου μας, προέκυψε από το εντελώς αντίθετο: τη συνεργασία δηλαδή μεταξύ ελεύθερων και ανεξάρτητων κρατών, με βάση κοινούς κανόνες και διεθνώς αναγνωρισμένες Συνθήκες. Καθώς μάλιστα η συγκεκριμένη απόπειρα επιβολής του παρελθόντος στο παρόν υλοποιείται με μία ωμή και βίαιη προβολή ισχύος, ο αγώνας για την αποτροπή της γίνεται μία παγκόσμια υπόθεση προάσπισης της ελευθερίας.

Και ίσως δεν είναι τυχαίο ότι οι μάχες αυτές μαίνονται και πάλι στις «αιματοβαμμένες χώρες» όπως τις ονόμασε ο ιστορικός Timothy Snyder, «Bloodlands». Σε μία περιοχή που γνώρισε τον πιο φονικό λοιμό του 20ου αιώνα με τη βίαια κολεκτιβοποίηση της γης από τα Σοβιέτ. Σε έναν τόπο στον οποίο ζούσαν εκατομμύρια Εβραίοι, όπου το Ολοκαύτωμα πήρε τις πιο εφιαλτικές του διαστάσεις. Και στα ίδια χώματα που ενωμένοι Ρώσοι και Ουκρανοί πολέμησαν σκληρά τους Ναζί, ανοίγοντας τελικά το δρόμο για τη συντριβή τους.

Είναι όμως σίγουρα τραγικό ότι αυτή η βάναυση εισβολή εκτελείται στο όνομα του ρωσικού λαού και υπό το σαθρό πρόσχημα της δήθεν ετεροχρονισμένης αποναζιστοποίησης της Ουκρανίας. Και αυτό όταν στη Μόσχα έχουμε ήδη διαδηλώσεις υπέρ της ειρήνης, στη δε Ουκρανία τα ακροδεξιά κόμματα δεν συγκεντρώνουν παραπάνω από το 2%.

Πρόκειται συνεπώς για μια εισβολή παράλογη αλλά και ανιστόρητη. Είναι μια ρήξη που επιδιώκει μια λήξη: τη λήξη της περιόδου με τις περισσότερες δεκαετίες ειρήνης και ευημερίας στην Ευρώπη. Θέλω να είμαι σαφής, η ρωσική εισβολή έχει ως στόχο να αλλάξει με τη βία την αρχιτεκτονική ασφάλεια στην Ευρώπη. Οι απειλές του ρώσου Προέδρου προς τη Σουηδία, προς τη Φινλανδία, μιλούν μόνες τους.

Είναι φανερό ότι εισερχόμαστε πια σε μια άλλη ιστορική εποχή, αντιμέτωποι με κινδύνους που πιστεύαμε πια ότι τους έχουμε ξορκίσει. Η Δύση, λοιπόν, η ευρωπαϊκή μας οικογένεια, καλείται να αναβαπτιστεί στις αξίες της, καθώς και θα τις υπερασπίζεται και θα τις ενδυναμώνει. Γιατί, πράγματι, και από την ατλαντική αλλά και από την ευρωπαϊκή συμμαχία δεν έχουν λείψει μέχρι σήμερα ούτε οι καθυστερήσεις ούτε οι δισταγμοί. Όταν όμως αυτή η τελευταία πρόκληση χτύπησε τον πυρήνα της παγκόσμιας γεωπολιτικής ισορροπίας, αυτά τα εμπόδια ξεπεράστηκαν μέσα σε ημέρες.

Σαν να προβαλλόταν μέσα στο ίδιο το σπίτι μας αυτά που συμβαίνουν στο Κίεβο, στο Χάρκοβο, στη Μαριούπολη, στην Οδησσό. Αλλά και μεταξύ μας, στις συσκέψεις των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων στην τελευταία σύνοδο κορυφής είναι σίγουρο ότι κάτι άλλαξε όταν ακούσαμε τον εκλεγμένο ηγέτη μίας δημοκρατικής χώρας, τον Volodymyr Zelensky, να μας λέει ότι ίσως είναι η τελευταία φορά που μας μιλάει.

Από εκείνη τη στιγμή η Δύση προχωρεί σε πρωτοφανείς οικονομικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Τα αποτελέσματα είναι ήδη ορατά, καθώς η ρωσική οικονομία συνθλίβεται από τις συνέπειες των επιλογών της ηγεσίας της. Και το καθεστώς της Μόσχας, απομονωμένο από την παγκόσμια κοινή γνώμη, δέχεται ήδη την πρώτη εσωτερική κριτική, με τη ρωσική νεολαία να αντιδρά πρώτη στην εισβολή.

Η στάση της πατρίδας μας σε αυτή την κρίση είναι προϊόν των δικών μας ιστορικών βιωμάτων, αλλά είναι προϊόν και των μεγάλων γεωπολιτικών μας επιλογών. Γιατί ήμασταν πάντα στην σωστή πλευρά της Ιστορίας και το ίδιο κάνουμε και τώρα. Θα το ξαναπώ, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής είχε πει από αυτό το βήμα ότι «Ανήκομεν εις την Δύσιν». Εγώ θα προσέθετα, είμαστε και εμείς Δύση και ανήκουμε στην ελευθερία, στη δημοκρατία, στη διεθνή νομιμότητα.

Είμαστε ένας λαός που 48 χρόνια μετά ζει ακόμα με την ανοιχτή πληγή της Κύπρου. Και που καλείται να απαντά σε συνεχείς αναφορές για υποτιθέμενες αδικίες των Διεθνών Συνθηκών σχετικά με τα νησιά του Αιγαίου. ‘Αρα δεν μπορούμε να στεκόμαστε αδιάφορα απέναντι σε κάθε αυταρχικό ηγέτη που θέλει να ζωγραφίσει μόνος του τα σύνορα. Εδώ, συνεπώς, δεν χωρούν ίσες αποστάσεις.

Ή είσαι με την ειρήνη και το Διεθνές Δίκαιο ή είσαι απέναντι τους. Για να το πω διαφορετικά, στο έδαφος της Ουκρανίας και ανεξάρτητα από οτιδήποτε έχει προηγηθεί, μια είναι η κυρίαρχη αναμέτρηση: μεταξύ ενός λαού που θέλει να επιλέγει πώς θα ζήσει και με ποιους θα συμμαχήσει και μιας ξένης χώρας η οποία έχει αποφασίσει να επιβάλει το δικό της τρόπο ζωής.

Είναι, συνεπώς, μια σύγκρουση η οποία ξεφεύγει από τα τοπικά σύνορα και γίνεται -θα έλεγα- στοίχημα υπαρξιακό για την επόμενη μέρα κάθε κοινωνίας. Αν, δηλαδή, στο εξής θα ζούμε σε συνθήκες ελευθερίας ή θα είμαστε όμηροι του κάθε αυτόκλητου αυταρχικού ηγέτη.

‘Αλλωστε και η δική μας πατρίδα θρηνεί ήδη θύματα, ομογενείς μας, για να αρκείται σε λίγα απλοϊκά ειρηνιστικά συνθήματα που ταυτίζουν θύτες με θύματα. Ούτε μπορώ να ακούω αφελή ερωτήματα για το πώς χάθηκαν οι άνθρωποι μας στην Μαριούπολη. Εγώ ένα ξέρω: ότι ζούσαν πριν την εισβολή και δεν ζουν μετά από αυτήν. Και αν αυτό το αναγνωρίζει ο Πρόεδρος Macron από την Γαλλία, δεν μπορεί να μην το αντιλαμβάνονται κάποιοι Έλληνες μέσα στην Ελλάδα. Στο κάτω-κάτω στα Ελληνικά έγραψε τη συμπαράσταση του.

Ο πόλεμος λοιπόν αυτός είναι μια τομή στον χρόνο, είναι μια τομή στην Ιστορία, είναι μία τομή στην ηθική, όμως είναι και μία τομή στην ιδεολογία. Γιατί ο κάθε προοδευτικός άνθρωπος οφείλει να αντισταθεί σήμερα στη ρεβάνς που διεκδικεί το «δίκαιο του πιο ισχυρού». Αυτό είναι τελικά το οποίο παράγει πάτρωνες των λαών, αλλά και διαμορφώνει δυστυχώς λαούς που συχνά αναζητούν προστάτες.

Με άλλα λόγια, στο δράμα της Ουκρανίας δοκιμάζονται σήμερα δυνάμεις του αυταρχισμού, της βίας, της ηγεμονίας, με αυτές της ελευθερίας, της ανεξαρτησίας και της δημοκρατίας. Ίσως και για αυτό οι επιλογές Putin να γίνονται σε όλο τον κόσμο πεδίο που αναμετρώνται η προοδευτική αντίληψη και δράση με ξεπερασμένες ιδεολογίες και ιδεοληψίες. Μια ιδεοληψία παρούσα και στην χώρα μας, στην οποία συναντώνται τα πιο συντηρητικά και οπισθοδρομικά τμήματα της κοινωνίας, ανεξάρτητα από χρώματα και κομματικές σημαίες. Μία σύγκλιση των άκρων, με στόχο την καθήλωση και την καταπίεση. Και με όπλα μύθους αλλά και ανομολόγητα συμφέροντα. Μόνο που στην Ουκρανία η αλήθεια αποδείχθηκε πιο ισχυρή από την προπαγάνδα, κάτι που υποτίμησε και ο ρώσος ηγέτης, όπως δείχνουν οι εξελίξεις.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι σε αυτήν την κρίση η Ευρώπη στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων, γιατί η κρίση αυτή αφορά εμάς, πρώτα και πάνω απ’ όλα τους Ευρωπαίους. Εμείς, όχι η Αμερική, είμαστε η σκοτεινή ήπειρος του 20ου αιώνα. Γιατί εδώ οι μνήμες των πολέμων δεν είναι απλές αναφορές σε βιβλία Ιστορίας. Είναι μέρος του συλλογικού μας υποσυνείδητου. Η Ευρωπαϊκή Ένωση γεννήθηκε μέσα από τις στάχτες του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου για να μην έχει καμία ευρωπαϊκή χώρα ποτέ ξανά αυτοκρατορικές φιλοδοξίες και για να διασφαλιστεί ως αξίωμα, γεωμετρικό αξίωμα που δεν χρειαζόταν καν απόδειξη, το απαραβίαστο των συνόρων ως θεμέλιος λίθος που θα οδηγήσει τις κοινωνίες μας σε ειρήνη και σε ευημερία.

Γνωρίζετε ήδη τις κυρώσεις που επιβλήθηκαν εναντίον της Ρωσίας, η οποία αποκλείεται από το διεθνές σύστημα συναλλαγών και πληρωμών, ένα μεγάλο μέρος των πολύ σημαντικών αποθεματικών της που βρίσκονται στο εξωτερικό δεσμεύονται, όπως και οι περιουσίες της πολιτικής αλλά και της οικονομικής νομενκλατούρας της χώρας. Απαγορεύεται η πρόσβαση της Ρωσίας σε τεχνολογίες αιχμής αλλά και σε κάθε τύπου ανταλλακτικά.

Και όλα αυτά σημαίνουν αυτόματα μεγάλη αύξηση του κόστους δανεισμού, πληθωρισμό, μεγάλο πλήγμα στη βιομηχανική βάση της Ρωσίας. Την ίδια ώρα που η απαγόρευση εξαγωγών θα υπονομεύσει τον ενεργειακό τομέα της χώρας, που είναι και ο βασικός τροφοδότης της οικονομίας της. Όσο για τον εμπορικό αποκλεισμό, αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι σε αυτή την αχανή ρωσική επικράτεια τα 3/4 της πολιτικής αεροπορίας αποτελούνται από αεροσκάφη ευρωπαϊκής ή αμερικανικής προέλευσης, τα οποία αργά ή γρήγορα θα χρειαστούν ανταλλακτικά.

Και σε όσους αναρωτιούνται -και εύλογα πιστεύω- αν οι συγκεκριμένες κυρώσεις αρκούν για να κάμψουν την επιθετικότητα της Μόσχας, απαντώ χωρίς περιστροφές: είναι ένα τεράστιο πλήγμα από την πλευρά ενός δημοκρατικού συνασπισμού, ο οποίος απολογείται και ελέγχεται από τους πολίτες τους, προς ένα σύστημα το οποίο δεν δίνει λογαριασμό σε κανέναν. Είναι το μεγαλύτερο πακέτο κυρώσεων το οποίο επιβλήθηκε ποτέ από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σίγουρα δεν έχει την άμεση ισχύ ενός βομβαρδισμού. Μεσοπρόθεσμα, όμως, ενδεχομένως και βραχυπρόθεσμα, κλονίζει καίρια την οικονομική αλλά και γεωπολιτική θέση όποιου το υφίσταται.

Κυρίως, όμως, τέτοιες συντονισμένες ενέργειες αφυπνίζουν την παγκόσμια κοινή γνώμη, ενεργοποιώντας την κοινωνία των πολιτών ακόμα και μέσα στην ίδια τη Ρωσία. Γιατί κάθε διεθνής αποκλεισμός γίνεται αργά ή γρήγορα -και θα συμβεί αυτό και στη Ρωσία- εσωτερικός αναστοχασμός. Και αυτή ακριβώς είναι η άυλη δύναμη της δημοκρατίας απέναντι στη βία των αυταρχικών καθεστώτων, μία δύναμη που δεν μπορεί να ακυρώσει καμία απαγόρευση και καμία κρατική προπαγάνδα.

Για την Ελλάδα, λοιπόν, δεν υπάρχουν διλήμματα. Και στο ερώτημα για τη στάση που θα έπρεπε να τηρήσουμε απαντούν τα λόγια του Ελευθερίου Βενιζέλου στον γερμανό Πρέσβη όταν του ζήτησε, το 1915, να υπαναχωρήσουμε από την τότε συμμαχία μας με την Σερβία: «Το έθνος μου είναι πολύ μικρό για να διαπράξει μία τόσο μεγάλη ατιμία».

Η ρήση αυτή ισχύει στο ακέραιο. Είμαστε με το πλευρό της Ουκρανίας, είμαστε στο πλευρό της ειρήνης, της νομιμότητας και της δημοκρατίας.

Η Ελλάδα συμπαρατάσσεται με όλες τις δυτικές πρωτεύουσες στις κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Μάχεται όπως μπορεί, με σπουδαία δουλειά, η οποία γίνεται από τον Υπουργό και από το Υπουργείο Εξωτερικών, για την προστασία της ελληνικής ομογένειας, και ενισχύει την Ουκρανία διπλωματικά, ανθρωπιστικά και ναι, και στρατιωτικά. Το κάνει η Γερμανία, ανατρέποντας μια πολιτική δεκαετιών. Το κάνει η Σουηδία, η ουδέτερη Σουηδία, για πρώτη φορά μετά το 1939. Το κάνει η Πορτογαλία. Η Πορτογαλία που είναι στην άλλη άκρη της Ευρώπης. Και δεν θα το κάνουμε εμείς όταν δικοί μας ομογενείς χάνουν τη ζωή τους από ρωσικές βόμβες;

Και κάτι ακόμα, που ελπίζω να το αντιλαμβάνονται όλοι σε αυτή την αίθουσα. Αν δεν δείξουμε έμπρακτη αλληλεγγύη σήμερα σε μία χώρα που δέχεται ένοπλη επίθεση από έναν εχθρό της δημοκρατίας και των ελευθεριών, με ποιο ηθικό ανάστημα θα ζητήσουμε αύριο αν, ο μη γένοιτο, χρειαστεί αλληλεγγύη από τον δυτικό κόσμο;

Ταυτόχρονα είμαστε έτοιμοι να υποδεχθούμε, όπως και όλη η Ευρώπη, πρόσφυγες πολέμου. Και με τη σειρά μου καλώ τις δεκάδες Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις, οι οποίες μέχρι τώρα μετείχαν πρόθυμα στην περίθαλψη των ροών εξ ανατολών, να δραστηριοποιηθούν σήμερα και προς αυτή την κατεύθυνση.

Βρισκόμαστε επίσης σε εγρήγορση για ασύμμετρες υβριδικού τύπου απειλές οι οποίες ήδη εκδηλώνονται στον κυβερνοχώρο. Έχουμε πλέον αρκετή εμπειρία από άλλες χώρες γύρω μας σχετικά με την παραπληροφόρηση η οποία διοχετεύεται έντεχνα στο δημόσιο δημοκρατικό διάλογο. Είμαστε σε εγρήγορση και για κυβερνοεπιθέσεις σε κρίσιμες ψηφιακές υποδομές. Θέλω να είμαι σαφής, τέτοιες ώρες η υπεράσπιση της ελευθερίας και της έκφρασης είναι απόλυτη. Ταυτόχρονα, όμως, είναι και ασύμβατη και ασυμβίβαστη με φωνές που έχουν σκοτεινά κίνητρα και δηλητηριάζουν την ανοιχτή δημόσια συζήτηση.

Και μια τελευταία παρατήρηση που θα μπορούσε να είναι και η πρώτη. Η κρίση στην Ουκρανία μας ωθεί να εγκαταλείψουμε παλιές βεβαιότητες. Γιατί η αλήθεια είναι ότι η συλλογική ευφορία που έφερε το τέλος του κομμουνισμού, η πτώση του Τείχους, η πρόσδεση των ανατολικών χωρών στο ευρωπαϊκό κεκτημένο, στο κοινοτικό εγχείρημα, έβαλαν σε δεύτερη μοίρα κάποια νέα γεωπολιτικά στοιχεία τα οποία μόλις αναδύονταν. Και πολλές δεκαετίες εδραιωμένης ειρήνης στις χώρες μας θεώρησαν αφελώς, όπως αποδεικνύεται, τον πόλεμο ως ένα παλιό απομεινάρι μακρινών σκοτεινών καιρών.

Όμως τα γεγονότα ανατρέπουν με πάταγο κατεστημένες απόψεις, βάζοντας από την πίσω πόρτα την βία στην Ευρώπη. Και φέρνοντας λαούς και κυβερνήσεις αντιμέτωπες με μία πιο ρεαλιστική, πιο γεωπολιτική αντίληψη των διεθνών σχέσεων, που δεν σταματά στο Κίεβο.

Μιλώ για την άμυνα ως υπέρτατο σκοπό. Θέμα που κι εδώ, κυρίες και κύριοι της αξιωματικής αντιπολίτευσης, μας απασχόλησε προ εβδομάδων. Και τώρα αναδεικνύεται πράγματι σε υπέρτατη εθνική αλλά και πανευρωπαϊκή ανάγκη. Γιατί όπως δεν υπάρχει ασφάλεια χωρίς δημοκρατία, έτσι δεν υπάρχει και δημοκρατία χωρίς ασφάλεια.

Κυρίες και κύριοι βουλευτές, η απάντηση δεν μπορεί να είναι άλλη από τη στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης, με προστατευμένα σύνορα τα οποία αποτελούν το περίγραμμά της. Η κρίση στον Έβρο, πριν από δύο χρόνια, λειτούργησε ως καταλύτης, καθιερώνοντας τα εθνικά σύνορα ως ευρωπαϊκά όρια μιας κοινότητας αξιών. Για ν’ ακολουθήσουν ανάλογες κρίσεις στην Λιθουανία, την Πολωνία και μία άλλη δοκιμασία να επαναλαμβάνεται σήμερα, πολύ πιο αιματηρά, δυστυχώς, δίπλα και πάλι στα χερσαία σύνορα της Ευρώπης.

Η απάντηση πρέπει να είναι ίδια. Δικαιώνονται έτσι, πολύ γρήγορα, όσοι από εμάς μιλούσαμε για την ανάγκη, εδώ και δεκαετίες, για την προώθηση της στρατηγικής διάστασης της Ευρώπης μέσω αμυντικών σχέσεων μεταξύ των χωρών της. Η συμφωνία της Ελλάδος με τη Γαλλία μπορεί να αποτελέσει ένα πρότυπο μιας τέτοιας πορείας. Με κράτη-μέλη τα οποία θα έχουν θωρακισμένη την εθνική κυριαρχία τους, με δεδομένη την αμοιβαία συνδρομή μεταξύ τους, με τη Νοτιοανατολική και την Ανατολική πτέρυγα τώρα του ΝΑΤΟ, ναι, να παίζει ουσιαστικότερο ρόλο στην περιοχή.

Όταν κάποιοι χτυπούν τα τύμπανα του πολέμου στην Ευρώπη, κάποιοι θα πρέπει να ξανασκεφτούν αν οι φρεγάτες Belharra και τα Rafale έχουν θέση στις Ένοπλες Δυνάμεις μας. Κάποιοι θα πρέπει να αναλογιστούν τη σημασία που αποκτά το πλέγμα των εθνικών συμμαχιών που η ελληνική διπλωματία έχτισε με ισχυρούς συμμάχους ανά την υφήλιο. Κάποιοι θα πρέπει να ξαναζυγίσουν, στη ζυγαριά της Ιστορίας, την ξεπερασμένη συζήτηση περί «βουτύρου και κανονιών» με την οποία έμαθαν να σκέφτονται.

Ήδη αυτό το στρατηγικό σοκ για την Ευρώπη έχει βαθιές συνέπειες, φέρνοντας τα κράτη-μέλη ακόμα πιο κοντά. Όχι πια μόνο οικονομικά, όπως συνέβαινε εδώ και δεκαετίες, αλλά πια και γεωπολιτικά και αμυντικά. Όμως και σε επίπεδο κοινής συνείδησης οι ευρωπαίοι πολίτες αφυπνίζονται, ο ίδιος ο οργανισμός της Ένωσης αφυπνίζεται, μετεξελίσσεται.

Και οι πρόσφατες αποφάσεις έχουν διάσταση πρωτοφανή, έχουν ταχύτητα μοναδική και έχουν ουσία ιστορική, καθώς για πρώτη φορά υπερβαίνουν εθνικές στρατηγικές και υπηρετούν κοινούς στόχους. Είναι οι αποφάσεις μιας Ευρώπης που επιστρέφει δυναμικά στο παγκόσμιο γεωπολιτικό στερέωμα. Και στην κατεύθυνση αυτή κινούνται και όλες οι διπλωματικές πρωτοβουλίες της χώρας μας.

Για παράδειγμα, τώρα ναι, είναι ώριμο το αίτημά μας, το οποίο είχαμε διατυπώσει πολύ πριν ξεσπάσει η κρίση στην Ουκρανία, να ενταχθεί στη συζήτηση για το επόμενο Σύμφωνο Σταθερότητας της Ευρώπης η εξαίρεση των αμυντικών δαπανών από τους προϋπολογισμούς των χωρών που είναι αναγκασμένες να τις κάνουν. Γιατί η επένδυση στην ‘Αμυνα αποτελεί τελικά επένδυση στην ασφάλεια και, ναι, αποτελεί επένδυση στην ευημερία. Και το ίδιο ισχύει φυσικά και για την ευρωπαϊκή προοπτική των Δυτικών Βαλκανίων.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο δρόμος τον οποίο επιλέγει να ακολουθήσει ο δυτικός κόσμος είναι δύσκολος, είναι, ωστόσο, ο μόνος τον οποίο πρέπει να βαδίσουμε ώστε το ρολόι του χρόνου να μην επιστρέψει από τον 21ο στον 19ο αιώνα. Γιατί τα προβλήματα που πιθανόν θα προκύψουν από αυτή τη στρατηγική την οποία έχουμε χαράξει θα έχουν ημερομηνία λήξης. Ενώ, διαφορετικά, η υποχώρηση θα είναι μακρά, συνολική, απρόβλεπτη και ενδεχομένως οριστική. Το χάος δεν έχει κανόνες και για αυτό δεν μπορεί ποτέ να γίνει ουσιαστικός συνομιλητής της σταθερότητας.

Και θέλω να είμαι ειλικρινής με τους έλληνες πολίτες και με την Εθνική Αντιπροσωπεία σχετικά με την ενεργειακή διάσταση της κρίσης. Δεν μπορούν να αποκλειστούν απόπειρες εκβιασμού από μέρους της Ρωσίας. Θα συναντήσουν προφανώς την ομόθυμη απόκρουση όλων των εταίρων. Όμως αντιλαμβανόμαστε ότι παρόμοιες τακτικές θα διαταράξουν τη διεθνή αγορά, προκαλώντας ενδεχομένως και νέες ανατιμήσεις. Συμφωνήσαμε, όμως, ότι αυτό είναι το πρόσκαιρο τίμημα που θα πληρώσουν οι ευρωπαϊκοί λαοί για την υπεράσπιση των αξιών που αποτελούν τα θεμέλια της ηπείρου μας.

Δεν θα κρύψουμε το πρόβλημα. Έχουμε τη δυνατότητα, όμως, και σε εθνικό και σε ευρωπαϊκό επίπεδο να το διαχειριστούμε. Σε εθνικό επίπεδο, η κυβέρνηση κινείται ήδη οργανωμένα όσον αφορά στο κόστος στήριξης των νοικοκυριών. Από τον περασμένο Σεπτέμβριο ξεπερνά τα 2 δισεκατομμύρια ευρώ η στήριξη την οποία έχει δώσει η κυβέρνηση σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Πρόκειται για επιδοτήσεις οι οποίες συγκράτησαν τις τεράστιες ανατιμήσεις, αν σκεφτούμε ότι τον Ιανουάριο η Ελλάδα ήταν μέσα στις επτά φθηνότερες χώρες σε λιανικές τιμές, τονίζω, λιανικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας, 30% χαμηλότερες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο. Κάτι που σημαίνει, ναι, βεβαίως, το εισόδημα των νοικοκυριών επιβαρύνθηκε αλλά ταυτόχρονα προστατεύτηκε κιόλας. Και αυτή η πολιτική θα συνεχιστεί, ιδίως προς τους πιο ευάλωτους, μέχρι που να περάσει αυτή η ενεργειακή κρίση.

Προφανώς μέριμνα υπάρχει και για τη διατήρηση ικανών αποθεμάτων στον τομέα της ενέργειας. Μόλις προχθές η Ρεβυθούσα ανεφοδιάστηκε με νέο φορτίο υγροποιημένου αερίου, οι εταιρείες αερίου έχουν ήδη κινηθεί για την εξασφάλιση επαρκών ποσοτήτων LNG και στο χειρότερο σενάριο, απευκταίο σενάριο, που διακοπεί πλήρως η τροφοδοσία με φυσικό αέριο από τη Ρωσία, την ίδια ώρα ο αγωγός ΤΑΡ στη βόρεια Ελλάδα είναι ικανός να δεχθεί περισσότερα φορτία. Σε απόλυτη εφεδρεία βρίσκονται υδροηλεκτρικά και λιγνιτικά εργοστάσια, αλλά και μονάδες φυσικού αερίου στην επικράτεια που μπορούν ανά πάσα στιγμή να μετατρέψουν το καύσιμό τους από φυσικό αέριο σε πετρέλαιο.

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα ξαναπώ πάντως ότι σε ένα πρόβλημα πανευρωπαϊκό απαιτείται πανευρωπαϊκή λύση. Το κλειδί μεσο-μακροπρόθεσμα είναι πολιτικές όπως η κοινή προμήθεια, η κοινή αποθήκευση, η κοινή χρηματοδότηση ενεργειακής πολιτικής στην Ευρώπη. Και πιστεύω ότι είναι πολύ σημαντικό ότι, μετά από ελληνική πρωτοβουλία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα επεξεργαστεί ένα ειδικό σχέδιο για τη στήριξη επιχειρήσεων και νοικοκυριών μέσω ενός κοινού ταμείου με βάση την εμπειρία της πανδημίας, για να μπορέσουμε να εξακολουθούμε να στηρίζουμε νοικοκυριά και επιχειρήσεις χωρίς να επιβαρύνουμε ασύμμετρα τους εθνικούς προϋπολογισμούς.

Έχει υποχρέωση η Ευρώπη αυτή τη στιγμή να συγκεντρώσει τη δύναμη πυρός της και να στηρίξει τα κράτη-μέλη, έτσι ώστε να μην υποστούν οι πολίτες και οι επιχειρήσεις εξαιρετικά επώδυνες επιπτώσεις από μία ενδεχόμενη περαιτέρω αύξηση των τιμών του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας.

Σε βάθος χρόνου, ωστόσο, η μόνη απάντηση στην ενεργειακή ασφάλεια τόσο της χώρας όσο και της Ευρώπης είναι η γρήγορη απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, αλλά και από τους υδρογονάνθρακες γενικότερα. Τόσο για την προστασία του περιβάλλοντος και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής αλλά -τώρα πια είναι εμφανές- όσο και για γεωπολιτικούς λόγους πια.

Στόχος της κυβέρνησης είναι να καταστούμε ενεργειακά αυτόνομη και ανταγωνιστική χώρα, αξιοποιώντας πρώτα και πάνω από όλα το πλούσιο αιολικό και ηλιακό δυναμικό της χώρας μας, αλλά ταυτόχρονα να μετατραπούμε και σε κόμβο διασύνδεσης ενέργειας και μεταφοράς πράσινης ενέργειας σε όλη τη νοτιοανατολική Μεσόγειο.

Την ίδια ώρα, υλοποιούμε ως κυβέρνηση το μεγαλύτερο πρόγραμμα αναβάθμισης κτηρίων που έχει δρομολογηθεί ποτέ στη χώρα. Προχωράμε σε καινούργιες δράσεις εξοικονόμησης ενέργειας, όπως το πρόγραμμα το οποίο θα υλοποιηθεί άμεσα σχετικά με την αντικατάσταση ενεργοβόρων ηλεκτρικών συσκευών, κλιματιστικών και ψυγείων, ενώ ταυτόχρονα κατασκευάζουμε σημαντικές υποδομές φυσικού αερίου που θα έχει σημαντικό ρόλο ως καύσιμο-γέφυρα.

Και, βέβαια, ενισχύουμε τη διαφοροποίηση των πηγών μας. Τον Ιανουάριο, να σας αναφέρω ενδεικτικά, η χώρα μας κάλυψε το 47% της εγχώριας ζήτησης με LNG από τη Ρεβυθούσα, 20% μέσω του αγωγού TAP. Το ρωσικό αέριο, που διαχρονικά αποτελούσε το μεγαλύτερο ποσοστό στο μείγμα του φυσικού αερίου που εισάγει η χώρα, υποχώρησε για πρώτη φορά στο 33%, και η χώρα προτίθεται να προχωρήσει, με ιδιωτικά κεφάλαια, στην κατασκευή και δεύτερου σταθμού υποδοχής υγροποιημένου φυσικού αερίου, το FSRU στην Αλεξανδρούπολη.

Πρόκειται, όπως βλέπετε, για ένα σύνθετο ενεργειακό σχέδιο που κινείται με γνώμονα το οικονομικό και περιβαλλοντικό συμφέρον της χώρας, ταυτόχρονα όμως με βάση και τον ρόλο που μπορεί η πατρίδα μας να έχει στο νέο χάρτη των ενεργειακών συσχετισμών που διαμορφώνονται στον κόσμο. Και καθώς οι συσχετισμοί αυτοί αποκτούν έντονο γεωπολιτικό χαρακτήρα, το συγκεκριμένο πρόγραμμα αποκτά και αυτό με τη σειρά του στρατηγική σημασία. Με άλλα λόγια, είναι και εθνικό και διαχρονικό και θα ήλπιζα και υπερκομματικό.

Κυρίες και κύριοι βουλευτές, ολοκληρώνω με λίγα καθαρά λόγια. Ζήτησα από τον Πρόεδρο της Βουλής να συγκαλέσει την σημερινή συνεδρίαση για να ενημερώσω το Σώμα σχετικά με τις ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες αλλά και την εθνική γραμμή σχετικά με αυτή την πρωτοφανή σύρραξη. Κυρίως, όμως, για να δώσω το έναυσμα ώστε η πατρίδα μας, η Ελλάδα, να εκπέμψει ένα ενωτικό μήνυμα κοινής στάσης. Διότι στην Ουκρανία αμφισβητείται τελικά η ελευθερία των λαών και το δημοκρατικό κεκτημένο.

Και η κοιτίδα της δημοκρατίας, η Ελλάδα, πρέπει να δώσει τη δική της απάντηση. Καθαρή, βροντερή και προς όλους. Αυτή η απάντηση είναι το δικό μας χέρι συμπαράστασης προς την Ουκρανία, μια χώρα με την οποία μας συνδέουν πανάρχαιοι δεσμοί, όπου ζουν αδέρφια μας εδώ και 2.000 χρόνια, αλλά και προς έναν τόπο στον οποίο -να μην το ξεχνούμε- ιδρύθηκε η Φιλική Εταιρεία και άναψαν οι πρώτες σπίθες του αγώνα για την εθνική ανεξαρτησία.

Ταυτόχρονα, είναι όμως και η δική μας ρητή προειδοποίηση ότι δεν θα επιτρέψουμε σε κανέναν μιμητή του αναθεωρητισμού να δράσει στην περιοχή μας. Τελεία και παύλα.

Όσο για τη Ρωσία, αυτή τη μεγάλη χώρα, με τον μεγάλο πολιτισμό, νομίζω ότι δεν έχει άλλο δρόμο από το να τον τιμήσει. Να σταματήσει αμέσως τον πόλεμο, να αναγνωρίσει στους άλλους τα δικαιώματα που αναγνωρίζονται στην ίδια. Και επανερχόμενη στην ειρηνική συνύπαρξη και στη διεθνή νομιμότητα, να πάρει και αυτή τη θέση της σε ένα κόσμο που βλέπει μπροστά, σε μία Ευρώπη που η γεωγραφία μας θέλει τελικά μαζί με τη Ρωσία. Η δημοκρατία μας χρειάζεται όλους, η οικονομία μας καλεί να είναι το μόνο πεδίο τελικά στο οποίο θα ανταγωνιζόμαστε.

Κλείνω επαναλαμβάνοντας ότι αυτή η μεγάλη περιπέτεια, που τώρα ναρκοθετεί τα θεμέλια του ελεύθερου τρόπου ζωής στην Ευρώπη και στον κόσμο, μπορεί να γίνει ευκαιρία ώστε η σύγχρονη δημοκρατία να υπερβεί δυναμικά τις αδυναμίες της.

Είναι σίγουρα μία μεγάλη ευκαιρία για την Ευρωπαϊκή Ένωση να κάνει ένα μεγάλο άλμα μπροστά και να ευθυγραμμίσει επιτέλους την οικονομική της ισχύ με τις γεωπολιτικές της φιλοδοξίες. Είναι, ταυτόχρονα, μία ευκαιρία για τη δημοκρατία μας να ανανεώσει το περιεχόμενο των αξιών της. Να οργανώσει την αυτοπροστασία της από το νέο σκοταδισμό.

Αυτόν, άλλωστε, το δρόμο προτείνει κάποιος ήδη από το 2015, επιτρέψτε μου να τον αντιγράψω και διαβάζω: «Αν ξεπεράσουμε τον εφησυχασμό, τότε μπορούμε να αλλάξουμε την πορεία μας και να οικοδομήσουμε ένα σύστημα βασισμένο σε αξίες, ανθεκτικό ώστε να αντισταθεί στον αυταρχικό ιό, αρκετά έξυπνο για να σταματήσει την εξάπλωσή του και αρκετά επιθετικό για τον εξαφανίσει». Είναι τα λόγια ενός ανθρώπου με κατ’ εξοχήν στρατηγική αντίληψη. Είναι, μάλιστα, διατυπωμένα στη ρωσική γλώσσα, ανήκουν στον διάσημο σκακιστή Garry Kasparov και αποτελούν τον επίλογο του προφητικού του βιβλίου «Έρχεται χειμώνας».

Αυτός ο επίλογος ας γίνει ο πρόλογος της δικιάς μας αποφασιστικής δράσης. Αυτό μας ζητά το εθνικό συμφέρον, το μέλλον της Ευρώπης, η δημοκρατία και ο πολιτισμός, η ίδια η Ιστορία, που πρέπει να αποδείξουμε ότι δεν γράφεται τελικά μόνο από πρόσωπα, αλλά κυρίως από τους λαούς. Και εύχομαι η Εθνική Αντιπροσωπεία να αντιμετωπίσει αυτή την πρωτοφανή κρίση με τη σοβαρότητα που η κρισιμότητα των περιστάσεων επιβάλλει.

 

Κυρ. Μητσοτάκης (Δευτερολογία): Οι εξελίξεις είναι τόσο σημαντικές που θα αδικούσαμε τη συζήτηση αν δεν επιδιώκαμε συνθέσεις

Την ανάγκη σύνθεσης των απόψεων ενώπιον των κρίσιμων εξελίξεων που λαμβάνουν χώρα στην Ουκρανία, επισήμανε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την δευτερολογία του σήμερα στη Βουλή σχετικά με την κρίση στην Ουκρανία και τις επιπτώσεις για την Ελλάδα.

Ο πρωθυπουργός εξέφρασε την ικανοποίησή του για τη συμφωνία των τριών μεγάλων κομμάτων στην καταδίκη της εισβολής της Ρωσίας, ενώ απαντώντας στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης τόνισε ότι η αποστολή όπλων στην Ουκρανία, έγινε κατόπιν της σχετικής ευρωπαϊκής απόφασης που δεσμεύει τα κράτη μέλη της ΕΕ, και προσέθεσε ότι ουδέποτε έκλεισε την πόρτα του διαλόγου στον Τούρκο Πρόεδρο Ερντογάν.

«Οι εξελίξεις είναι τόσο μεγάλες και τόσο σημαντικές που πραγματικά νομίζω ότι θα αδικούσαμε τη συζήτηση αν δεν επιδιώκαμε με κάποιο τρόπο να αναζητήσουμε περισσότερες συνθέσεις και να επιμείνουμε λιγότερο στις όποιες διαφωνίες μας» τόνισε ο πρωθυπουργός και σημείωσε:

«Θέλω κατ’ αρχάς να εκφράσω την ικανοποίησή μου για το γεγονός ότι και από τον ΣΥΡΙΖΑ και από το ΚΙΝΑΛ υπήρξε μία ξεκάθαρη και χωρίς αστερίσκους και υποσημειώσεις καταδίκη της απρόκλητης εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. Και μία συμφωνία στο γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έπρεπε, επιβαλλόταν, να εγκρίνει ένα αυστηρό πλαίσιο κυρώσεων, οι οποίες αυτή τη στιγμή ασκούν μία μεγάλη πίεση στη ρωσική οικονομία ως το ελάχιστο αντίμετρο, την ελάχιστη αντίδραση, σε αυτή τη συμπεριφορά της Ρωσίας, η οποία έρχεται ουσιαστικά να ξαναγράψει όλο τον χάρτη της ευρωπαϊκής σταθερότητας όπως οικοδομήθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το λέω αυτό διότι έχει μία μεγάλη σημασία από τη σημερινή συζήτηση να σταθούμε περισσότερο στα θετικά μηνύματα τα οποία μπορεί να εκπέμψει η Εθνική Αντιπροσωπεία και να περιορίσουμε στο ελάχιστο τις όποιες διαφωνίες μας».

Ο πρωθυπουργός αναφερόμενος στη στάση της κυβέρνησης απέναντι στην ουκρανική κρίση και την στήριξη του Κιέβου, είπε ότι η χώρα μας έχει παραπάνω λόγους από πολλά άλλα ευρωπαϊκά κράτη να συνδράμει την Ουκρανία και με αμυντικό εξοπλισμό, διότι με αυτόν τον τρόπο αποδεικνύει ότι στα πλαίσια μιας σχέσης συμμαχικής θα μπορεί να διεκδικήσει μια αντίστοιχη στήριξη σε περίπτωση που κι η Ελλάδα ζητήσει κάτι ανάλογο.

«Νομίζω ότι το επιχείρημα είναι πολύ σαφές και πολύ ξεκάθαρο. Δεν είμαστε, δυστυχώς, στην πιο ασφαλή γειτονιά του πλανήτη. Ξέρετε, μερικές φορές όταν συμμετέχουμε σε μια συμμαχία δεν γνωρίζει κάποιος πότε θα ζητήσει την βοήθεια ποιανού και ποιος θα προηγηθεί και ποιος θα έπεται.

Όμως ένας συνεπής σύμμαχος ο οποίος πιστεύει στην αξία των συμμαχιών -και εμείς πιστεύουμε και στην ευρωπαϊκή οικογένεια και στην αξία του ΝΑΤΟ- οφείλει στις περιπτώσεις αυτές να μπορεί να βλέπει και να διαβάζει το γεωπολιτικό πεδίο και τα συμφέροντα της χώρας έτσι όπως διαμορφώνονται στην ευρύτερη περιοχή» επισήμανε ο κ.Μητσοτάκης και συμπλήρωσε:

«Είχαμε κάθε λόγο, λοιπόν, εμείς, πέρα και πάνω από τις ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες, διμερώς, όπως το έκαναν πολλές άλλες χώρες, να στηρίξουμε την Ουκρανία. Είχαμε έναν λόγο παραπάνω να το κάνουμε. Και νομίζω ότι όλοι αντιλαμβάνονται με απόλυτη σαφήνεια αυτό το οποίο λέω. Αν εσείς ισχυρίζεστε ότι είχαμε έναν λόγο λιγότερο να το κάνουμε, θα ήθελα, παρακαλώ, να εξηγήσετε με πειστικό τρόπο την επιχειρηματολογία σας».

Ο κ.Μητσοτάκης απευθυνόμενος στον κ.Τσίπρα χαρακτήρισε δικαιολογημένη την κριτική για το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση επέδειξε ενδεχομένως μια αμηχανία ή μια έλλειψη αντίληψης των γεωπολιτικών εξελίξεων τα τελευταία χρόνια και δεν μπόρεσε να αρθρώσει έναν συνεπή και ουσιαστικό γεωπολιτικό λόγο, και τόνισε ότι πρέπει να ευθυγραμμίζονται σε μια οικονομική ένωση, η οικονομική ισχύς με την γεωπολιτική, στρατιωτική και αμυντική ισχύ για να μπορούν αυτές οι δύο συνιστώσες πολιτικής να ευθυγραμμίζονται.

Πάντως, ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι η ΕΕ επέδειξε εξαιρετικά αντανακλαστικά ως προς τη δημιουργία τού Ταμείου Ανάκαμψης, το οποίο δίνει τη δυνατότητα πρόσβασης σε σημαντικότατους πόρους και στην ουκρανική κρίση που μετά από μια αρχική αμηχανία κατάφερε και συμφώνησε σε ένα πρόγραμμα κυρώσεων πρωτοφανές για τα δεδομένα της Ευρώπης.

Ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε και στην κριτική που ασκήθηκε για τη διαδικασία λήψης αποφάσεων. Χαρακτήρισε λάθος τα περί μη συνεδρίασης του ΚΥΣΕΑ, το οποίο -όπως είπε- συνεδρίασε την προηγούμενη Πέμπτη και είχε εξουσιοδοτήσει όλα τα μέλη του, κατά την αρμοδιότητά τους να πάρουν τις σχετικές αποφάσεις, ενώ ο ίδιος είχε ενημερώσει τηλεφωνικά όλα τα μέλη του ΚΥΣΕΑ για την απόφαση να αποστείλουμε στρατιωτικό υλικό στην Ουκρανία.

«Αν ψάχνετε εντός της κυβέρνησης, στις σχέσεις τις δικές μου με τον υπουργό Άμυνας, με τον υπουργό Εξωτερικών, διαφωνίες, λυπάμαι, ψάξτε αλλού. Δείτε, ίσως, τα δικά σας εσωτερικά προβλήματα. Μπορώ να σας ενημερώσω ότι οι σχέσεις μου είναι όχι απλά απόλυτα αρμονικές, αλλά υπάρχει απόλυτη σύνταξη ως προς τις βασικές αποφάσεις που αφορούν στην εξωτερική πολιτική. Αυτά επειδή είδα διάφορα ενδιαφέροντα υπονοούμενα σε ανακοινώσεις τις οποίες έβγαλε το κόμμα σας» ανέφερε ο κ.Μητσοτάκης.

Τέλος, ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στις εξελίξεις στον ενεργειακό τομέα, και είπε ότι η Ελλάδα θα πρέπει να εισάγει λιγότερο ρωσικό φυσικό αέριο και να εισάγει περισσότερο αέριο σε υγροποιημένη μορφή, και για αυτό ο ίδιος μίλησε για την ανάγκη να κατασκευής και δεύτερου σταθμού υποδοχής υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Αλεξανδρούπολη.

«Επιμένω τόσο πολύ σε πτυχές της ενεργειακής μας διπλωματίας, οι οποίες δίνουν τη δυνατότητα στη χώρα να αποτελέσει πηγή εισόδου για φυσικό αέριο, το οποίο θα βρεθεί στην ευρύτερη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου» είπε ο κ.Μητσοτάκης.

Προσέθεσε πως γι’αυτό και γίνονται οι συζητήσεις, όχι μόνο με την Κύπρο και με το Ισραήλ, αλλά και με την Αίγυπτο και γι’ αυτό η κυβέρνηση επιμένει ότι θα εξετάσει όλες τις εναλλακτικές οδεύσεις φυσικού αερίου, συμπεριλαμβανομένου και του αγωγού EastMed, εφόσον αυτός είναι οικονομικά βιώσιμος.

«Αλλά για αυτό επιμένουμε κιόλας ότι ο γρηγορότερος τρόπος να μπορέσουμε να φέρουμε φυσικό αέριο στην Ελλάδα και στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή είναι μέσω υγροποιημένου φυσικού αερίου το οποίο θα έρθει από την Αίγυπτο.

Αυτό συνιστά συνολικά μία συνεκτική ενεργειακή στρατηγική, η οποία συνεπικουρείται και από σημαντικά έργα υποδομής τα οποία διευκολύνουν την ηλεκτρική διασύνδεση μεταξύ Ελλάδος και Αιγύπτου. Έτσι ώστε να μην εισάγουμε μόνο πρωτογενώς φυσικό αέριο αλλά να εισάγουμε απευθείας φθηνή ηλεκτρική ενέργεια, παραγόμενη από ανανεώσιμες πηγές. Στην περίπτωση της Αιγύπτου μιλάμε για ενέργεια η οποία παράγεται από τον ήλιο σε ακόμα φθηνότερες τιμές από αυτή την οποία μπορούμε να παράγουμε» είπε ο κ.Μητσοτάκης.

 

Αναλυτικά η δευτερολογία του πρωθυπουργού

Κύριε Βαρουφάκη, ευτυχώς που ο Κωνσταντίνος Καραμανλής πρόφτασε και μας έβαλε στην ενωμένη Ευρώπη πριν πρωτοστατήσει ο Ανδρέας Παπανδρέου στο κίνημα των αδεσμεύτων. Σίγουρα άκουσα με πολύ μεγάλη προσοχή τις παρατηρήσεις σας και τις προτροπές σας προς τον ΣΥΡΙΖΑ και προς το Κομμουνιστικό Κόμμα. Νομίζω ότι το «προοδευτικό μέτωπο» διατάσσεται με απόλυτη σαφήνεια και ενόψει των επόμενων εκλογών θα αναμένω με ενδιαφέρον το πώς τα δύο κόμματα θα απαντήσουν στην πρόσκλησή σας.

Λίγα σχόλια, εισαγωγικά, για όσα άκουσα από τα μικρότερα κόμματα. Βρήκα και τις τρεις ομιλίες των πολιτικών αρχηγών άκρως απογοητευτικές, ξεκινώντας από τον κ. Βαρουφάκη, ο οποίος μας είπε πόσα αντιστασιακά γαλόνια έχει ο ίδιος. Φαντάζομαι ότι σε αυτήν την περίπτωση δεν διαφωνείτε επί της αρχής στην αποστολή αμυντικού υλικού προς τους Ουκρανούς, για να μπορέσουν οι ίδιοι να υπερασπιστούν την εδαφική τους ακεραιότητα;

Και θα σας συνιστούσα, από εδώ και στο εξής, να είστε πιο προσεκτικός όταν συμμετέχετε σε διεθνή διάλογο για θέματα τα οποία δεν τα γνωρίζετε και αν θέλετε να εξευτελίζεστε, εντός Ελλάδος αλλά όχι εκτός σας παρακαλώ πολύ, με την παρατήρησή σας περί Φινλανδοποίησης η οποία έδειξε παντελή άγνοια μιας πραγματικότητας, ότι η Φινλανδοποίηση δεν αποτέλεσε επιλογή του φινλανδικού λαού, αλλά ουσιαστικά επιβεβλημένη ανάγκη προσαρμογής στο «δίκαιο» του ισχυρότερου γείτονα.

Για όσα είπε τώρα ο πρόεδρος της Ελληνικής Λύσης, δεν έχω πολλά να πω. Θεωρώ θλιβερό το γεγονός ότι στο εθνικό κοινοβούλιο υπάρχει πολιτικό κόμμα το οποίο εκφράζει τον θαυμασμό του προς το πολιτικό μεγαλείο του Προέδρου Putin. Αυτό μας είπατε. Δεν νομίζω ότι κρυφτήκατε. Νομίζω ότι έπεσαν και οι τελευταίες μάσκες. Είναι ξεκάθαρο και απολύτως σαφές ποιος εκφράζει τι και ποιος υπερασπίζεται ποια θέση εντός του εθνικού κοινοβουλίου.

Δεν μπορώ, όμως, να μην εκφράσω τη λύπη μου, την έντονη λύπη μου, για όλα όσα άκουσα. Ειδικά τη στιγμή που ο Πρόεδρος Zelensky βρέθηκε στο Ευρωκοινοβούλιο σήμερα -σε διαδικτυακή σύνδεση- και χειροκροτήθηκε από το σύνολο του Ευρωκοινοβουλίου, ως μία ένδειξη έμπρακτης στήριξης σε μία χώρα της οποίας η εδαφική ακεραιότητα παραβιάζεται με αυτό τον βάναυσο τρόπο.

Τώρα, για το Κομμουνιστικό Κόμμα δεν έχω πολλά πράγματα να πω. Η αντίληψή του για την Ιστορία και για τα ιστορικά τεκταινόμενα είναι γνωστή. Συγκράτησα μόνο, κ. Γενικέ Γραμματέα, τη φράση σας ότι Ρωσία και Ουκρανία έζησαν αρμονικά και ειρηνικά τις δεκαετίες της Σοβιετικής Ένωσης. Φαντάζομαι με το μικρό διάλειμμα του λιμού στην Ουκρανία, όταν περίπου δολοφονήθηκαν εκατομμύρια Ουκρανών από τις συγκεκριμένες επιλογές τις οποίες έκανε τότε ο Στάλιν.

Τα λέω αυτά επειδή μας ακούν και κάποιοι νεότεροι, οι οποίοι μπορεί να μην γνωρίζουν ακριβώς την Ιστορία και θεωρώ ότι ο κοινοβουλευτικός διάλογος πρέπει να έχει και ένα παιδευτικό στοιχείο όταν μιλάμε και αρθρώνουμε δημόσιο λόγο.

Αλλά έχουμε, εξάλλου, πολλές φορές την ευκαιρία με τον Γενικό Γραμματέα να συζητούμε για το πώς αντιλαμβανόμαστε την Ιστορία. Υπάρχουν ορισμένα γεγονότα όμως τα οποία δεν νομίζω ότι επιδέχονται ουσιαστικής…

(Ομιλία κ. Κουτσούμπα μακριά από το μικρόφωνο)

Ναι, θα τα πείτε μετά.

Λοιπόν, θέλω κατ’ αρχάς να εκφράσω την ικανοποίησή μου για το γεγονός ότι και από τον ΣΥΡΙΖΑ και από το ΚΙΝΑΛ υπήρξε μία ξεκάθαρη και χωρίς αστερίσκους και υποσημειώσεις καταδίκη της απρόκλητης εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία. Και μία συμφωνία στο γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έπρεπε, επιβαλλόταν, να εγκρίνει ένα αυστηρό πλαίσιο κυρώσεων, οι οποίες αυτή τη στιγμή ασκούν μία μεγάλη πίεση στη ρωσική οικονομία ως το ελάχιστον αντίμετρο, την ελάχιστη αντίδραση, σε αυτή τη συμπεριφορά της Ρωσίας, η οποία έρχεται ουσιαστικά να ξαναγράψει όλο το χάρτη της ευρωπαϊκής σταθερότητας όπως οικοδομήθηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το λέω αυτό διότι έχει μία μεγάλη σημασία από τη σημερινή συζήτηση να σταθούμε περισσότερο στα θετικά μηνύματα τα οποία μπορεί να εκπέμψει η Εθνική Αντιπροσωπεία και να περιορίσουμε στο ελάχιστο τις όποιες διαφωνίες μας.

Οι εξελίξεις είναι τόσο μεγάλες και τόσο σημαντικές που πραγματικά νομίζω ότι θα αδικούσαμε τη συζήτηση αν δεν επιδιώκαμε με κάποιο τρόπο να αναζητήσουμε περισσότερες συνθέσεις και να επιμείνουμε λιγότερο στις όποιες διαφωνίες μας.

Θέλω, όμως, να εκφράσω τον προβληματισμό μου για την προσέγγιση την οποία είχατε, κ. αρχηγέ της αξιωματικής αντιπολίτευσης, σχετικά με τα ζητήματα που αφορούν το ρόλο και τη θέση της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε αυτή την κρίση.

Πιστεύω ότι, δικαιολογημένα -σε αυτό δεν απέχουμε πολύ- ασκήσατε μία κριτική για το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση επέδειξε ενδεχομένως μια αμηχανία ή μια έλλειψη αντίληψης των γεωπολιτικών εξελίξεων τα τελευταία χρόνια και δεν μπόρεσε να αρθρώσει έναν συνεπή και ουσιαστικό γεωπολιτικό λόγο.

Αυτό -κατά την άποψή μου- θα έπρεπε να σας κατατάσσει και εσάς στο στρατόπεδο όσων ισχυρίζονται ότι η επιχειρηματολογία περί στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης είναι μια επιχειρηματολογία ορθή. Και ότι μια οικονομική ένωση, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, πρέπει κάποια στιγμή να μπορέσει να ευθυγραμμίσει την οικονομική της ισχύ με τη δυνατότητά της να προβάλλει γεωπολιτική, στρατιωτική και αμυντική ισχύ για να μπορούν αυτές οι δύο συνιστώσες πολιτικής να ευθυγραμμίζονται.

Αυτό ακριβώς, λοιπόν, συμβαίνει αυτή τη στιγμή ως αποτέλεσμα της ουκρανικής κρίσης. Και επιτρέψτε μου, προς το στρατόπεδο όσων έχουν ασκήσει κατά καιρούς λελογισμένη κριτική για την Ευρωπαϊκή Ένωση, να πω ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση τα τελευταία χρόνια επέδειξε συνολικά εξαιρετικά αντανακλαστικά. Επέδειξε εξαιρετικά αντανακλαστικά στην αντιμετώπιση της πανδημίας ως προς το κοινό πρόγραμμα εμβολιασμού. Επέδειξε εξαιρετικά αντανακλαστικά ως προς τη δημιουργία του Ταμείου Ανάκαμψης, το οποίο μας δίνει τη δυνατότητα να έχουμε πρόσβαση σε σημαντικότατους πόρους για να στηρίξουμε την ανάκαμψη της οικονομίας μας. Και, ναι, επέδειξε εξαιρετικά αντανακλαστικά και στην ουκρανική κρίση που μετά από κάποιες, λίγες μέρες παγωμάρας κατάφερε και συμφώνησε σε ένα πρόγραμμα κυρώσεων πρωτοφανές για τα δεδομένα της Ευρώπης.

Ταυτόχρονα, όμως, πήρε και αποφάσεις που αφορούν τη στήριξη της άμυνας της Ουκρανίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Και επειδή αναρωτηθήκατε γιατί η Ελλάδα έπρεπε να στείλει αυτή τη στιγμή όπλα στην Ουκρανία, πρέπει να σας πω ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει ευρωπαϊκή απόφαση η οποία ουσιαστικά δεσμεύει όλα τα κράτη-μέλη, με εξαίρεση τα κράτη-μέλη τα οποία έχουν συνταγματικά κατοχυρωμένη ουδετερότητα. Είναι τρία αν δεν κάνω λάθος στον αριθμό. Τα υπόλοιπα κράτη-μέλη δεσμεύονται από αυτή την ευρωπαϊκή απόφαση.

Σε κάθε περίπτωση, όμως, θα πρέπει να αναλογιστούμε, εδώ, σε αυτή την αίθουσα, και αν δεν υπήρχε ευρωπαϊκή απόφαση, αν η επιλογή της χώρας μας να στηρίξει στρατιωτικά την Ουκρανία ήταν ορθή ασχέτως του ευρωπαϊκού πλαισίου.

Αν, δηλαδή, με άλλα λόγια έχουμε παραπάνω ή λιγότερους λόγους από την Πορτογαλία, παραδείγματος χάρη, να στηρίξουμε την Ουκρανία με την αποστολή αμυντικού εξοπλισμού.

Η επιχειρηματολογία μου ήταν ότι έχουμε παραπάνω λόγους από πολλά άλλα ευρωπαϊκά κράτη να συνδράμουμε την Ουκρανία και με αμυντικό εξοπλισμό. Όχι μόνο για να εκφράσουμε με αυτό τον τρόπο την αλληλεγγύη μας, αλλά διότι με αυτόν τον τρόπο αποδεικνύουμε ότι στα πλαίσια μιας σχέσης συμμαχικής θα μπορούμε, ενδεχομένως, όπως είπα και στην πρωτολογία μου, ό μη γένοιτο, να διεκδικήσουμε και εμείς μια αντίστοιχη στήριξη σε περίπτωση που κι εμείς ζητήσουμε κάτι ανάλογο.

Νομίζω ότι το επιχείρημα είναι πολύ σαφές και πολύ ξεκάθαρο. Δεν είμαστε, δυστυχώς, στην πιο ασφαλή γειτονιά του πλανήτη. Ξέρετε, μερικές φορές όταν συμμετέχουμε σε μια συμμαχία δεν γνωρίζει κάποιος πότε θα ζητήσει την βοήθεια ποιανού και ποιος θα προηγηθεί και ποιος θα έπεται.

Όμως ένας συνεπής σύμμαχος ο οποίος πιστεύει στην αξία των συμμαχιών -και εμείς πιστεύουμε και στην ευρωπαϊκή οικογένεια και στην αξία του ΝΑΤΟ- οφείλει στις περιπτώσεις αυτές να μπορεί να βλέπει και να διαβάζει το γεωπολιτικό πεδίο και τα συμφέροντα της χώρας έτσι όπως διαμορφώνονται στην ευρύτερη περιοχή.

Είχαμε κάθε λόγο, λοιπόν, εμείς, πέρα και πάνω από τις ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες, διμερώς, όπως το έκαναν πολλές άλλες χώρες, να στηρίξουμε την Ουκρανία. Είχαμε έναν λόγο παραπάνω να το κάνουμε. Και νομίζω ότι όλοι αντιλαμβάνονται με απόλυτη σαφήνεια αυτό το οποίο λέω. Αν εσείς ισχυρίζεστε ότι είχαμε έναν λόγο λιγότερο να το κάνουμε, θα ήθελα, παρακαλώ, να εξηγήσετε με πειστικό τρόπο την επιχειρηματολογία σας.

Σχετικά με αυτά τα οποία είπατε γύρω από το ζήτημα της Τουρκίας. Κύριε Τσίπρα, προσωπικά ποτέ δεν έκλεισα την πόρτα στον διάλογο με την Τουρκία. Έχω συναντηθεί τρεις φορές με τον Πρόεδρο Erdogan. Γνωρίζετε ότι παρά την ένταση και παρά την προκλητική ρητορική της Τουρκίας, το πλαίσιο των διμερών επαφών σε επίπεδο και πολιτικών διαπραγματεύσεων και μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης αλλά και διερευνητικών επαφών είναι ανοιχτό.

Ανά πάσα στιγμή είμαι προσωπικά έτοιμος να συναντηθώ με τον Πρόεδρο Erdogan και πράγματι η συγκυρία αυτή ενδεχομένως να δικαιολογούσε και μια τέτοια συνάντηση, γιατί υπάρχουν ζητήματα τα οποία θα πρέπει να συζητηθούν τα οποία αφορούν και τη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ και τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε τις νέες προκλήσεις που η ουκρανική κρίση έχει δημιουργήσει.

Δεν είμαι, λοιπόν, αντίθετος σε μια τέτοια προοπτική. Ούτε η χώρα κλείνει την πόρτα του διαλόγου. Προσερχόμαστε πάντα σε αυτή την συζήτηση με πίστη στη δύναμη των επιχειρημάτων μας και τώρα πιστεύω και με το πρόσθετο προηγούμενο του πόσο σημαντικές είναι οι συμμαχίες σε μία εποχή που μπορεί να βρισκόμαστε απέναντι σε δυνάμεις οι οποίες πρεσβεύουν τον αναθεωρητισμό.

Νομίζω ότι όλοι σήμερα έχουν αντιληφθεί ότι ο αναθεωρητισμός στην πράξη μπορεί να έχει τεράστιο κόστος. Και θα σταματήσω εδώ, δεν θέλω να επεκταθώ περισσότερο στο ζήτημα αυτό.

Κάνατε ορισμένα σχόλια σχετικά με τη διαδικασία λήψης αποφάσεων, με το γεγονός ότι δεν είχε συνεδριάσει το ΚΥΣΕΑ. Κάνετε λάθος. Το ΚΥΣΕΑ συνεδρίασε την προηγούμενη Πέμπτη και είχε εξουσιοδοτήσει όλα τα μέλη του, κατά την αρμοδιότητά τους να πάρουν τις σχετικές αποφάσεις. Είχα, δε, ενημερώσει τηλεφωνικά όλα τα μέλη του ΚΥΣΕΑ για την απόφαση να αποστείλουμε στρατιωτικό υλικό στην Ουκρανία. Αν ψάχνετε εντός της κυβέρνησης, στις σχέσεις τις δικές μου με τον Υπουργό ‘Αμυνας, με τον Υπουργό Εξωτερικών, διαφωνίες, λυπάμαι, ψάξτε αλλού. Δείτε, ίσως, τα δικά σας εσωτερικά προβλήματα.

Μπορώ να σας ενημερώσω ότι οι σχέσεις μου είναι όχι απλά απόλυτα αρμονικές, αλλά υπάρχει απόλυτη σύνταξη ως προς τις βασικές αποφάσεις που αφορούν στην εξωτερική πολιτική. Αυτά επειδή είδα διάφορα ενδιαφέροντα υπονοούμενα σε ανακοινώσεις τις οποίες έβγαλε το κόμμα σας.

Έρχομαι τώρα στα ζητήματα τα οποία αφορούν την ενέργεια. Πράγματι, η απόφαση της Ελληνικής Κυβέρνησης να αρπάξουμε την ευκαιρία της ενεργειακής μετάβασης δεν ελήφθη τώρα. Είναι μία απόφαση την οποία την έχουμε λάβει εδώ και 2,5 χρόνια και την οποία υλοποιούμε με απόλυτη συνέπεια. Η απόφαση αυτή απλά αποκτά τώρα εκτός από ενεργειακά και σημαντικά γεωπολιτικά χαρακτηριστικά. Και πιστεύω ότι στους κεντρικούς άξονες των επιλογών μας είμαστε σε θέση να μπορέσουμε να συμφωνήσουμε.

Θέλουμε όσο το δυνατόν γρηγορότερη διείσδυση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην πατρίδα μας. Είναι κάτι το οποίο δρομολογούμε με μεγάλη ταχύτητα. Θέλουμε να μειώσουμε την εξάρτησή μας από το ρωσικό φυσικό αέριο, αλλά θα χρειαστούμε φυσικό αέριο ως καύσιμο βάσης για τις επόμενες δεκαετίες.

Τι σημαίνει αυτό; Ότι θα πρέπει να εισάγουμε λιγότερο ρωσικό φυσικό αέριο και να εισάγουμε περισσότερο αέριο σε υγροποιημένη μορφή, για αυτό και μίλησα σήμερα για την ανάγκη να κατασκευάσουμε και δεύτερο σταθμό υποδοχής υγροποιημένου φυσικού αερίου στην Αλεξανδρούπολη, όπου υπάρχει ήδη η υφιστάμενη υποδομή και για αυτό και επιμένω τόσο πολύ σε πτυχές της ενεργειακής μας διπλωματίας, οι οποίες δίνουν τη δυνατότητα στη χώρα να αποτελέσει πηγή εισόδου για φυσικό αέριο, το οποίο θα βρεθεί στην ευρύτερη λεκάνη της Ανατολικής Μεσογείου.

Γι’ αυτό και γίνονται οι συζητήσεις, όχι μόνο με την Κύπρο και με το Ισραήλ, αλλά και με την Αίγυπτο. Για αυτό και επιμένουμε ότι θα εξετάσουμε όλες τις εναλλακτικές οδεύσεις φυσικού αερίου, συμπεριλαμβανομένου και του αγωγού EastMed, εφόσον αυτός είναι οικονομικά βιώσιμος. Αλλά για αυτό επιμένουμε κιόλας ότι ο γρηγορότερος τρόπος να μπορέσουμε να φέρουμε φυσικό αέριο στην Ελλάδα και στην Ευρώπη αυτή τη στιγμή είναι μέσω υγροποιημένου φυσικού αερίου το οποίο θα έρθει από την Αίγυπτο.

Αυτό συνιστά συνολικά μία συνεκτική ενεργειακή στρατηγική, η οποία συνεπικουρείται και από σημαντικά έργα υποδομής τα οποία διευκολύνουν την ηλεκτρική διασύνδεση μεταξύ Ελλάδος και Αιγύπτου. Έτσι ώστε να μην εισάγουμε μόνο πρωτογενώς φυσικό αέριο αλλά να εισάγουμε απευθείας φθηνή ηλεκτρική ενέργεια, παραγόμενη από ανανεώσιμες πηγές. Στην περίπτωση της Αιγύπτου μιλάμε για ενέργεια η οποία παράγεται από τον ήλιο σε ακόμα φθηνότερες τιμές από αυτή την οποία μπορούμε να παράγουμε.

Διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, σε αντίθεση με πολλές ευρωπαϊκές χώρες οι οποίες χρειάζονται το φυσικό αέριο πρωτίστως τον χειμώνα για να θερμαίνονται, στην Ελλάδα η εξάρτησή μας από το φυσικό αέριο σχετίζεται περισσότερο με την ηλεκτροπαραγωγή και λιγότερο, λόγω των κλιματολογικών συνθηκών μας, με τη θέρμανση.

Όλα αυτά, λοιπόν, συνιστούν μια συνεκτική ενεργειακή πολιτική. Και πιστεύω ότι στους κεντρικούς άξονες μπορούμε σε αυτή την αίθουσα τουλάχιστον να συμφωνήσουμε, έτσι ώστε να μπορέσουμε να κάνουμε πράξη την πράσινη μετάβαση, να μειώσουμε το αποτύπωμα των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, να περιορίσουμε την έκθεσή μας σε ρωσικό φυσικό αέριο και ταυτόχρονα να ενισχύσουμε τη γεωπολιτική θέση της χώρας ως προς τη δυνατότητά μας να καταστούμε πύλη εισόδου σε πρώτη φάση φυσικού αερίου, σε δεύτερη φάση ηλεκτρικής ενέργειας, σε τρίτη φάση ενδεχομένως υδρογόνου για την ευρωπαϊκή ήπειρο.

Και καταλαβαίνετε φαντάζομαι, κ. Τσίπρα, πόσο σημαντική σε αυτή τη διάσταση είναι η ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία οριοθέτησης θαλασσίων ζωνών, καθώς η όποια διασύνδεση μεταξύ Ελλάδος και Αιγύπτου θα έρχεται και θα πατάει ακριβώς πάνω σε αυτή τη συμφωνία, η οποία στην πράξη δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κανέναν.

Επίσης, θέλω να επισημάνω ότι το Ταμείο Ανάκαμψης αποφάσισε την εκταμίευση του επιπλέον ποσού των 3,6 δισεκατομμυρίων ευρώ για την πατρίδα μας μετά την προκαταβολή των 4 δισεκατομμυρίων. Είμαστε η τρίτη ευρωπαϊκή χώρα η οποία εξασφαλίζει αυτή την εκταμίευση. Και ένα σημαντικό ποσό αυτών των πόρων θα κατευθυνθεί και προς πράσινες δράσεις, καθώς όπως γνωρίζετε άνω του 30% των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης θα υποστηρίξουν την πράσινη μετάβαση.

Αναφέρομαι σε πολιτικές οι οποίες έχουν ένα πολύ σημαντικό οικονομικό αλλά και κοινωνικό αποτύπωμα, πολιτικές όπως το «Εξοικονομώ». Δεν είναι πολιτικές αυτές, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, που ωφελούν τους λίγους, τους μεγάλους, τα μεγάλα συμφέροντα όπως επιμένετε να ισχυρίζεστε. Είναι πολιτικές που ωφελούν το κάθε ελληνικό νοικοκυριό, την κάθε ελληνική επιχείρηση, καθώς δίνουν τη δυνατότητα να μπορέσουν να αναβαθμίσουν το κτηριακό τους απόθεμα, να μειώσουν τις καταναλώσεις ενέργειας και ταυτόχρονα να συνδράμουν με αυτό τον τρόπο στους συνολικούς εθνικούς στόχους για μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.

Κλείνω, κ. Πρόεδρε, με μία γενική τοποθέτηση. Στην πλούσια ελληνική Ιστορία, την οποία είχαμε την ευκαιρία με την αφορμή των 200 ετών από την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης να επανεξετάσουμε, πιστεύω, με κριτικό μάτι, δεν ήταν λίγες οι στιγμές που έπρεπε να παρθούν αποφάσεις εθνικής σημασίας.

Όσες φορές η χώρα μας πήρε καθαρή θέση, όσες φορές η χώρα μας συντάχθηκε με τους φυσικούς μας συμμάχους, η χώρα μας βγήκε κερδισμένη. Δεν ισχυρίζομαι σε καμία περίπτωση ότι η απόφασή μας να αποστείλουμε στρατιωτικό υλικό στην Ουκρανία είναι αντίστοιχης σημασίας με άλλες αποφάσεις που πάρθηκαν από άλλους έλληνες ηγέτες οι οποίοι βρέθηκαν σε εξαιρετικά κρίσιμα σταυροδρόμια. Σηματοδοτεί όμως μια προσέγγιση στα πράγματα. Μια ξεκάθαρη αντίληψη για το που ανήκουμε, μια πίστη στην ανάγκη της χώρας μας να συμμετέχει σε διεθνείς συμμαχίες από τις οποίες μπορεί και να βγει ωφελημένη και στις οποίες μπορεί να προσφέρει. Και εν τέλει μια συνολική ματιά στα πράγματα για το τι είναι σωστό και λάθος στην πολιτική και στις διεθνείς σχέσεις.

Η επέμβαση της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι μία κατάφωρη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου. Και για μια χώρα η οποία έχει κάνει την υπεράσπιση του Διεθνούς Δικαίου σημαία στον αγώνα υπεράσπισης των δικών μας κυριαρχικών δικαιωμάτων οποιαδήποτε ολιγωρία, οποιαδήποτε αμφισημία, οποιαδήποτε αίσθηση ότι δεν είμαστε σίγουροι για το πού πατάμε και πού κατευθυνόμαστε, πιστεύω ότι τελικά θα ζημίωνε τα εθνικά συμφέροντα.

Γι’ αυτό και από τη σημερινή συζήτηση κρατώ τη συμφωνία τουλάχιστον των τριών μεγαλύτερων κομμάτων στην ομόθυμη καταδίκη της ρωσικής εισβολής, στην ορθότητα της επιβολής των κυρώσεων και θα σας ζητήσω, κ. Τσίπρα, ενδεχομένως να επαναξιολογήσετε τις συνολικότερες σας θέσεις σχετικά με τις αμυντικές δαπάνες τις οποίες κάνει η χώρα.

Νομίζω, ότι οι εξελίξεις δικαίωσαν όσους πίστευαν ότι η επένδυση στην άμυνα δεν είναι μια πολυτέλεια. Είναι μια ανάγκη. Είναι η υπέρτατη ανάγκη και η απαραίτητη προϋπόθεση για να είναι η χώρα ελεύθερη και να απολαμβάνουν οι Έλληνες ευημερία.

 

Κυρ. Μητσοτάκης (Τριτολογία): Να γκρεμίσουμε ορισμένους μύθους: Η απολιγνιτοποίηση της χώρας είναι μια δρομολογημένη διαδικασία

«Όταν καταφεύγετε σε ύβρεις, κύριε Βαρουφάκη, νομίζω ότι όλοι αντιλαμβάνονται την ένδεια των επιχειρημάτων σας. Δεν έχω καμία πρόθεση να ασχοληθώ άλλο μαζί σας, εξάλλου ο ελληνικός λαός σας γνωρίζει πάρα πολύ καλά πια», ανέφερε στην πρώτη παρατήρησή του ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης λαμβάνοντας για τρίτη φορά τον λόγο.

«Θα εκμεταλλευτώ την τριτολογία μου όχι για να τοποθετηθώ τόσο για τα γεωπολιτικά ζητήματα, τα οποία νομίζω ότι εξαντλήθηκαν στην ουσιαστική συζήτηση την οποία πιστεύω ότι είχαμε, αλλά για να δώσω ορισμένες απαντήσεις στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης σχετικά με τα ζητήματα ενέργειας», είπε ο πρωθυπουργός, ανεβαίνοντας για τρίτη φορά στο βήμα της Ολομέλειας της Βουλής, για να κλείσει τη συζήτηση ενημέρωσης του Σώματος για την κρίση στην Ουκρανία και τις επιπτώσεις για την Ελλάδα. «Και για να γκρεμίσω ορισμένους μύθους τους οποίους συνειδητά ή ασυνείδητα η αξιωματική αντιπολίτευση επιμένει να συντηρεί γύρω από τη ΔΕΗ, γύρω από το ενεργειακό μείγμα της χώρας και γύρω από την πορεία της απολιγνιτοποίησης», συμπλήρωσε.

Απευθυνόμενος στη συνέχεια στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο κ. Μητσοτάκης ανέφερε: «Κύριε Τσίπρα, φαντάζομαι ότι γνωρίζετε ότι εδώ και μία δεκαετία η χώρα μας περιορίζει σταδιακά την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη. Το 2010 έκλεισε η μονάδα “Πτολεμαΐδα 1”, η πρώτη μονάδα η οποία κατασκευάστηκε στην περιοχή την δεκαετία του ’50. Το 2011 έκλεισε η μονάδα “Πτολεμαΐδα 2”, η “Μεγαλόπολη 1 και 2”. Το 2014 έκλεισε η “Πτολεμαΐδα 3 και 4”. Το 2019, επί δικής σας κυβέρνησης, έκλεισαν οι δυο πρώτοι σταθμοί της Καρδιάς και το 2020 επί δικής μας κυβέρνησης έκλεισε το “Αμύνταιο 1, 2” και το ’21 η “Καρδιά 3, 4″».

«Γιατί έκλεισαν, κύριε Τσίπρα; Ξέρετε γιατί έκλεισαν; Έκλεισαν γιατί πολύ απλά είχαν φτάσει στη λήξη της ζωής τους και ήταν αδύνατο να ανανεωθούν οι περιβαλλοντικοί τους όροι. Εάν εσείς πιστεύατε ότι οι μονάδες αυτές έπρεπε να εξακολουθούν να συνεισφέρουν ενέργεια στο εθνικό σύστημα γιατί δεν σπεύσατε τέσσερα χρόνια να ανανεώσετε τους περιβαλλοντικούς όρους;», ρώτησε ο πρωθυπουργός και υπογράμμισε: «Η απολιγνιτοποίηση της χώρας είναι μια δρομολογημένη διαδικασία η οποία δεν επιβάλλεται μόνο για περιβαλλοντικούς λόγους, επιβάλλεται και για οικονομικούς λόγους. Και επιβάλλεται για οικονομικούς λόγους για τον απλούστατο λόγο ότι ο λιγνίτης πια είναι ένα εξαιρετικά ακριβό καύσιμο -αν συνυπολογίσει κανείς το κόστος τού λιγνίτη και την τιμή του διοξειδίου του άνθρακα- το οποίο σήμερα βρίσκεται πάνω από 90 ευρώ τον τόνο. Αυτό σημαίνει ότι και σήμερα που μιλάμε, με τις τιμές του φυσικού αερίου εκεί που βρίσκονται, ο λιγνίτης δεν είναι ανταγωνιστικό καύσιμο».

«Σταματήστε λοιπόν να αναπαράγετε αυτή την “πιπίλα” ότι δήθεν οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας είναι τόσο υψηλές επειδή η κυβέρνηση προχώρησε σε “βίαιη” απολιγνιτοποίηση, την οποία προφανώς και εσείς -για σωστούς και προφανείς λόγους- είχατε ήδη δρομολογήσει», είπε με έμφαση ο πρωθυπουργός και συμπλήρωσε:

«Καταλαβαίνω ότι η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας είναι ένα σχετικά σύνθετο αντικείμενο και θα σας ζητούσα πραγματικά -και το λέω καλόπιστα- να ζητήσετε από τους συμβούλους σας να σας ενημερώσουν λίγο περισσότερο για το πώς η αγορά αυτή δουλεύει. Διότι μέχρι στιγμής, από αυτά τα οποία έχετε πει, δείχνετε είτε άγνοια είτε συνειδητή προσπάθεια να παραπλανήσετε την κοινή γνώμη».

 

Οι ΑΠΕ θα μας βοηθήσουν να απεξαρτηθούμε από τα ορυκτά καύσιμα και να μειώσουμε το κόστος της ενέργειας

«Είναι άλλο πράγμα οι στρατηγικές εφεδρείες της χώρας, η δυνατότητα δηλαδή της χώρας να παράγει ενέργεια όταν το χρειάζεται, όταν -παραδείγματος χάρη- μπορεί να της λείπει ένα καύσιμο, όταν παραδείγματος χάρη μπορεί να πέσει μια διασύνδεση με το εξωτερικό, ή όταν μπορεί να αναγκαστεί να χρησιμοποιήσει πρόσθετη παραγωγική δυνατότητα για ακραίους εξωγενείς λόγους», είπε ο πρωθυπουργός. Και επέμεινε:

«Άλλο, λοιπόν, η στρατηγική εφεδρεία, να βάλεις μπροστά μια λιγνιτική μονάδα τις λίγες ώρες ή ημέρες τον χρόνο που μπορεί να τη χρειάζεσαι, και άλλο να συνεισφέρει ο λιγνίτης σταθερά στο ενεργειακό μείγμα της χώρας. Φαντάζομαι ότι καταλαβαίνετε αυτό το οποίο λέω. Να δώσω ένα παράδειγμα. Όταν το καλοκαίρι είχαμε τις καταστροφικές πυρκαγιές και κάναμε μια πάρα πολύ μεγάλη προσπάθεια -ο τότε υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας τα γνώριζε πολύ καλά- να κρατήσουμε την ηλεκτροδότηση στην Αθήνα και να μην πέσει η μισή χώρα σε blackout, αντιμετωπίσαμε πράγματι ένα πρόβλημα ως προς τη συνολική δυναμικότητα του συστήματος να ανταποκριθεί. Γιατί; Διότι εκείνη την εποχή, εκείνες τις ημέρες, είχαμε πολύ μικρή συνεισφορά από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, γιατί πολύ απλά δεν φυσούσε καθόλου.

Σε αυτές, λοιπόν, τις ακραίες συνθήκες, όπου τα αιολικά δεν μπορούν να συνεισφέρουν και τα φωτοβολταϊκά μετά τις 20:00 το βράδυ δεν μπορούν προφανώς να δώσουν ενέργεια διότι νυχτώνει πια, πράγματι μπορεί να χρειαστεί, για λόγους ακραίας ανάγκης, να έχουμε εφεδρικές λιγνιτικές μονάδες».

«Αυτό, όμως, είναι τελείως διαφορετικό από το να λέτε ότι “πήγαμε γρήγορα την απολιγνιτοποίηση και γι’ αυτό τον λόγο οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας είναι υψηλότερες από ό,τι θα ήταν σε άλλες συνθήκες”. Και για να μην λέτε ότι τα λέω μόνο εγώ αυτά, σας καταθέτω δύο μελέτες, δύο άρθρα μάλλον, τα οποία αναφέρονται στην ίδια μελέτη του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης: Ο μύθος τού φτηνού λιγνίτη στην παραγωγή ρεύματος. Γιατί η Ελλάδα πρέπει να στηριχθεί αποκλειστικά στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας», είπε με έμφαση ο πρωθυπουργός σημειώνοντας:

«Και τι πιστοποιεί το πανεπιστήμιο; Το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης πιστοποιεί ότι η συνεισφορά των ΑΠΕ στο μείγμα της ηλεκτρικής ενέργειας τον μήνα Δεκέμβριο, που είναι σχετικά περιορισμένη διότι τα ηλιακά μας δεν λειτουργούν με τη δυναμικότητα που έχουν το καλοκαίρι, μείωσαν τη μέση τιμή ανά μεγαβατώρα στα 235 ευρώ από τα 300 τόσα που θα ήταν αν δεν είχαμε ΑΠΕ.

Ας πούμε επιτέλους, λοιπόν, σε αυτή την αίθουσα την αλήθεια: οι ΑΠΕ είναι αυτές οι οποίες αφενός θα μας βοηθήσουν να απεξαρτηθούμε από τα ορυκτά καύσιμα, αφετέρου θα μας επιτρέψουν να μειώσουμε το κόστος της ενέργειας. Σταματήστε να λέτε ψέματα ότι δήθεν φταίει η απολιγνιτοποίηση για τις ακριβές τιμές. Δεν είναι αλήθεια αυτό. Είναι ψέμα. Και αν δεν το γνωρίζετε, καλά θα κάνετε να ενημερωθείτε».

 

Λεφτόδεντρα δεν υπάρχουν στη χώρα

Το δεύτερο ζήτημα με το οποίο ασχολήθηκε στην τριτολογία του ο πρωθυπουργός είχε να κάνει με τη ΔΕΗ. «Εκεί πραγματικά, κύριε Τσίπρα, αναρωτιέμαι πώς μπορείτε εσείς να μιλάτε για το ζήτημα αυτό όταν μας παραδώσατε μία επιχείρηση στα όρια της χρεοκοπίας. Αν είχατε μείνει έξι μήνες παραπάνω στην εξουσία η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού θα είχε χρεοκοπήσει. Δεν είχατε κάνει τίποτα απολύτως για να τη στηρίξετε», ανέφερε ο κ. Μητσοτάκης και προσέθεσε:

«Η κυβέρνηση αυτή στήριξε τη Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού, πούλησε ένα 17% κρατώντας τον έλεγχο, έκανε αύξηση κεφαλαίου, πούλησε το 49% του ΔΕΔΔΗΕ. Και ακριβώς αυτές οι κινήσεις είναι που επέτρεψαν στη ΔΕΗ να μπορέσει σήμερα να στηρίξει τους καταναλωτές, προσφέροντας τις μεγαλύτερες εκπτώσεις στην αγορά και συμπαρασύροντας και τους υπόλοιπους προμηθευτές ενέργειας να κάνουν αντίστοιχες κινήσεις.

Είπατε ότι η ΔΕΗ θα βγάλει κέρδη 200 εκατομμύρια. Ψέματα. Δεν θα βγάλει καθόλου κέρδη φέτος. Ή οριακά κέρδη. Και ξέρετε γιατί θα βγάλει οριακά κέρδη ή δεν θα βγάλει καθόλου κέρδη; Για τον απλούστατο λόγο ότι όλη της η κερδοφορία αξιοποιήθηκε για να στηρίξει νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Θα μπορούσε να το κάνει η χρεοκοπημένη ΔΕΗ επί δικών σας ημερών; Προφανώς και όχι.

Και όλα αυτά τα οποία λέτε, “να βάλουμε πλαφόν”, ποιος θα τα πληρώσει αυτά, κύριε Τσίπρα; Όταν είμαστε εξαρτημένοι από εισαγόμενο φυσικό αέριο, σας ρωτώ, ποιος θα πληρώσει τελικά το λογαριασμό; Λεφτόδενδρα δεν υπάρχουν στη χώρα. Μαράθηκαν πια επί δικών σας ημερών.

Επομένως, λίγη περισσότερη κατανόηση στα ζητήματα του τρόπου λειτουργίας της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας δεν θα έβλαπτε. Για να τελειώσει επιτέλους και αυτή η “καραμέλα” περί δήθεν γρήγορης απολιγνιτοποίησης και συνεισφοράς του λιγνίτη στις υψηλές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας».

Ο πρωθυπουργός είπε ακόμη πως «επειδή η αγορά είναι πολύ σύνθετη και αλλάζουν συνέχεια οι τιμές, εάν αγοράζουμε το φυσικό αέριο τόσο πιο ακριβά από τη Βουλγαρία γιατί σήμερα που μιλάμε η ΔΕΠΑ πουλάει φυσικό αέριο στη Βουλγαρία; Γιατί; Είναι τα πράγματα λίγο πιο σύνθετα από ό,τι απλοϊκά θέλετε να τα παρουσιάζετε, κύριε. Τσίπρα. Πάρτε αυτά τα δύο άρθρα, μελετήστε τα. Θα σας είναι χρήσιμα».

   

Μερικές φορές το να ξέρεις πού ανήκεις έχει μεγάλη σημασία στην πολιτική

Ολοκληρώνοντας την τριτολογία του και ουσιαστικά κλείνοντας τη συζήτηση στη Βουλή για την ενημέρωση περί των εξελίξεων στην Ουκρανία και των επιπτώσεων για τη χώρα μας, ο πρωθυπουργός ανέφερε:

«Τέλος, για να μην μακρηγορώ κύριε πρόεδρε. Βρήκα πολύ ενδιαφέρουσα -για να επανέλθω στο μεγάλο πνεύμα της συζήτησης και στους γεωπολιτικούς προσανατολισμούς της χώρας- βρήκα πολύ ενδιαφέρουσα και τολμώ να πω και λίγο ποιητική -και να συγχαρώ τον λογογράφο σας- την αναφορά σας ότι “ανήκουμε και στην Ανατολή και στη Δύση και στον Βορρά και στο Νότο”. Είστε πραγματικά Τσίπρας 360 μοιρών. Αυτό νομίζω ότι το αποδείξατε με αυτή σας την αναφορά.

Αλλά το πρώτο πράγμα το οποίο μου ήρθε στο μυαλό, πέραν του ότι μία χώρα δεν μπορεί να ανήκει παντού, έχει κάποιους προσανατολισμούς, για κάποιο λόγο όταν κάνετε αυτήν την αναφορά, ενστικτωδώς, αυθόρμητα μάλλον, υποσυνείδητα, μου ήρθε στο μυαλό η εικόνα του δικού σας Υπουργικού Συμβουλίου: πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, υπουργός Άμυνας Πάνος Καμμένος, υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς, υφυπουργός Εξωτερικών Τέρενς Κουίκ. Ίσως αυτό εννοούσατε με το να ανήκουμε παντού.

Αυτή η εικόνα, όμως, είναι η εικόνα την οποία έχει σήμερα ο ελληνικός λαός όταν αναρωτιέται “καλά, αν δεν ήταν αυτοί σήμερα να τα διαχειρίζονται, με αυτά τα οποία κάνουν, ποιοι θα διαχειρίζονταν αυτήν την κρίση; “. Ο κ. Καμμένος, ο οποίος σήμερα έρχεται και κάνει like στις αναρτήσεις τής ρωσικής πρεσβείας και δεν έχετε πει κουβέντα γι’ αυτό; Αυτόν τον άνθρωπο είχατε εσείς υπουργό Εθνικής Άμυνας και θα διαχειριζόσασταν εσείς αυτή την κρίση σήμερα, στη Ρωσία με την Ουκρανία, με αυτούς τους ανθρώπους στην κυβέρνησή σας;

Βλέπετε, μερικές φορές το να ξέρεις πού ανήκεις έχει μεγάλη σημασία στην πολιτική».