Απόφαση ΣτΕ: Στις ίδιες απαγορεύσεις με το συμβατικό και το ηλεκτρονικό τσιγάρο

Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) αποφάνθηκε ότι στους ίδιους περιορισμούς και απαγορεύσεις που υπάγεται το συμβατό τσιγάρο, υπάγεται και το ηλεκτρονικό τσιγάρο και κατά συνέπεια σε όσους χώρους απαγορεύεται η χρήση του συμβατού τσιγάρου, απαγορεύεται και η χρήση του ηλεκτρονικού τσιγάρου.

Ειδικότερα, ο νόμος 4419/2016, έχει επιβάλει περιορισμούς και απαγορεύσεις στη διαφήμιση, στην πώληση και τη χρήση του συμβατού τσιγάρου και τον προϊόντων καπνού (απαγόρευση καπνίσματος σε δημόσιους χώρους, μεταφορικά μέσα, κ.λπ.). Ακόμη, με υπουργικές αποφάσεις καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις λειτουργίας των χώρων καπνίσματος, το ύψος των προστίμων για τους παραβάτες, κ.λπ.

Τώρα, η Ολομέλεια του ΣτΕ με την υπ΄αριθμ. 704/2018 απόφασή της (πρόεδρος ο αντιπρόεδρος Αθανάσιος Ράντος και εισηγητής ο σύμβουλος Επικρατείας Σπυρίδων Μαρκάτης) απέρριψε ως αβάσιμους όλους τους ισχυρισμούς του Συνδέσμου Ελληνικών Επιχειρήσεων Ηλεκτρονικού Τσιγάρου, που ζητούσε να ακυρωθεί μια σειρά υπουργικών αποφάσεων για την απαγόρευση καπνίσματος στους δημόσιους χώρους, τους περιορισμούς στη διαφήμιση προϊόντων καπνού, κ.λπ.

Ο Σύνδεσμος υποστήριζε ότι προκαλεί δυσμενείς οικονομικές συνέπειες η απαγόρευση, η διαφήμιση, κ.λπ. του ηλεκτρονικού τσιγάρου και η εξομοίωση του με το κανονικό τσιγάρο.

Παραβιάζεται η συνταγματικά προστατευόμενη οικονομική ελευθερία όσων δραστηριοποιούνται στην αγορά του ηλεκτρονικού τσιγάρου, αλλά  και οι συνταγματικές αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας, σημείωνε ο Σύνδεσμος και τόνιζε ότι από επιστημονικές ενδείξεις και εκπονούμενες έρευνες δεν προκύπτει ταύτιση της επικινδυνότητας για την ανθρώπινη υγεία του ηλεκτρονικού τσιγάρου  και του κανονικού τσιγάρου.

Αντίθετα, ανέφερε ότι υπήρξε αποφασιστική συμβολή του ηλεκτρονικού τσιγάρου στη διακοπή του καπνίσματος ή στο δραστικό περιορισμό του και κατ΄  επέκταση στην προστασία της δημόσιας και ιδιωτικής υγείας.

Οι σύμβουλοι Επικρατείας απέρριψαν ως αβάσιμους όλους τους ισχυρισμούς του Συνδέσμου επισημαίνοντας ότι η βλάβη την οποία επικαλείται δεν προκαλείται από τις προσβαλλόμενες υπουργικές αποφάσεις.