Φρουζής: Εκτός από τον Μητσοτάκη είχα επαφές και με στελέχη της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ

Σε «ποινικοποίηση της κοινωνικής του ζωής» αλλά και σε «κακουργηματική υποκλοπή της προσωπικής ηλεκτρονικής αλληλογραφίας μου για την οποία θα επιληφθούν οι αρμόδιοι» αναφέρεται ο κατηγορούμενος στην υπόθεση της Novartis, πρώην επικεφαλής του ελληνικού τμήματος της φαρμακοβιομηχανίας, Κωνσταντίνος Φρουζής σε δήλωση του.

Με αφορμή πρόσφατα συγκεκριμένα δημοσιεύματα, οι συνήγοροι του κ. Φρουζή ,Θεόδωρος Σπ. Παναγόπουλος και Μιχάλης Γ. Φαράντος διένειμαν γραπτή δήλωση του εντολέα τους. Στη δήλωση ο κατηγορούμενος για κακουργηματική δωροδοκία, αναφέρει, σχετικά με την «κοινωνική επαφή μου με τον νυν αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης» ότι αισθάνεται «βαθιά θλίψη για την προσπάθεια να ποινικοποιηθούν οι κοινωνικές επαφές μου, στο όνομα της σκοπιμότητας μίας υπόθεσης, της οποίας μόνα στοιχεία αποτελούν οι καταθέσεις κρυπτομένων ψευδομαρτύρων». Σημειώνει επίσης σε υστερόγραφο πως την ίδια ακριβώς θλίψη θα αισθανόταν «αν δημοσιοποιούνταν, παρουσιαζόμενες κατ’ ανάλογο τρόπο, οι δεκάδες επαφές και συναντήσεις που, ως πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος, είχα με ανώτατα στελέχη της σημερινής κυβέρνησης πριν και μετά την ανάληψη των κυβερνητικών καθηκόντων τους».

Η δήλωση του κ. Φρουζή έχει ως εξής:

«Από τις αρχές Φεβρουαρίου, οπότε δημοσιοποιήθηκε η εμπλοκή μου στην “υπόθεση Novartis”, απέφυγα οποιοδήποτε σχόλιο επί σωρείας δημοσιευμάτων που αφορούν στο πρόσωπό μου, σχεδόν στο σύνολό τους αναληθών.

Τούτο έπραξα σεβόμενος τη μυστικότητα της εν εξελίξει εισαγγελικής έρευνας, παρά τα σοβαρά πλήγματα που επέφεραν στην προσωπικότητά μου και στην οικογένειά μου.

Πέντε ολόκληρους μήνες μετά, χωρίς ποτέ να έχω καταθέσει ενώπιον οποιασδήποτε Δικαστικής Αρχής κι ενώ ακόμη αναμένω να κληθώ από τον αρμόδιο ανακριτή, προκειμένου να απαντήσω σε όσα αβάσιμα μου αποδίδονται και τα οποία πληροφορούμαι σχεδόν αποκλειστικά από τον Τύπο, για πρώτη φορά επιθυμώ να αναφερθώ σε δύο πρόσφατα δημοσιεύματα, προς αποκατάσταση της αλήθειας και μόνον. Ειδικότερα:

Σε άρθρο της εφημερίδας “Παραπολιτικά” της 23.6.2018 γίνεται εκτενής αναφορά σε συνάντηση που έλαβε χώρα στην Εισαγγελία Διαφθοράς μεταξύ των αρμοδίων τριών κ.κ. Εισαγγελέων, εμού και των δύο δικηγόρων μου.

Η συνάντηση αυτή είχε ως αντικείμενο συζήτησης την αίτηση που από καιρού έχω υποβάλει προς την Εισαγγελία Διαφθοράς για την αποδέσμευση του ενός και μοναδικού ενεργού λογαριασμού που διατηρώ στο εξωτερικό.

Ο λογαριασμός αυτός τροφοδοτήθηκε αποκλειστικά από προσωπικούς λογαριασμούς που διατηρώ σε ελληνικές τράπεζες και περιέχει το προϊόν των φορολογημένων αποταμιεύσεών μου έπειτα από τριάντα και πλέον έτη εργασίας. Ας σημειωθεί ότι το περασμένο έτος το σύνολο των λογαριασμών μου στην Ελλάδα ελέγχθηκε εξονυχιστικά επί έξι και πλέον μήνες από τον κ. Εισαγγελέα Οικονομικού Εγκλήματος, ο οποίος ουδέν μεμπτό διαπίστωσε, όπως προκύπτει από σχετικό έγγραφο. Ας σημειωθεί, επίσης, ότι αν και δικονομικώς θα μπορούσα, όχι μόνον δεν εναντιώθηκα, αλλ’ αντιθέτως, από την πρώτη στιγμή συναίνεσα ανεπιφύλακτα στο άνοιγμα του λογαριασμού μου στο εξωτερικό και στη διαβίβαση κάθε σχετικού στοιχείου στις Ελληνικές Αρχές.

Με τα ανωτέρω ως δεδομένα, τα οποία αποδεικνύονται με έγγραφα, στην περίπτωσή μου συμβαίνει το μάλλον παράδοξο, να είναι δεσμευμένος ο μοναδικός λογαριασμός μου στο εξωτερικό και ελεύθεροι οι λογαριασμοί μου στην Ελλάδα, από τους οποίους αποκλειστικά τροφοδοτήθηκε ο λογαριασμός του εξωτερικού.

Οτιδήποτε άλλο αναφέρεται στο ανωτέρω δημοσίευμα, σε σχέση με λογαριασμούς, “αποδέκτες”, “δικαιούχους” και “εταιρείες”, είναι απολύτως αβάσιμο, γεγονός για το οποίο επιφυλάσσομαι.

Περαιτέρω, σε άρθρο της εφημερίδας “Documentο” της 1.7.2018, γίνεται προσπάθεια να συσχετισθεί με την “υπόθεση Novartis’ η κοινωνική επαφή μου με τον νυν αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, με αφορμή ένα δείπνο, που παρέθεσα στην οικία μου τον Σεπτέμβριο του έτους 2015, όταν εκείνος ήταν βουλευτής κι εγώ είχα αποχωρήσει από την ανωτέρω εταιρεία.

Πέραν της κακουργηματικής υποκλοπής της προσωπικής ηλεκτρονικής αλληλογραφίας μου, για την οποία θα επιληφθούν οι αρμόδιοι, αισθάνομαι βαθιά θλίψη για την προσπάθεια να ποινικοποιηθούν οι κοινωνικές επαφές μου, στο όνομα της σκοπιμότητας μίας υπόθεσης, της οποίας μόνα στοιχεία αποτελούν οι καταθέσεις κρυπτομένων ψευδομαρτύρων.

Υ.Γ. Την ίδια ακριβώς θλίψη θα αισθανόμουν, αν δημοσιοποιούνταν, παρουσιαζόμενες κατ’ ανάλογο τρόπο, οι δεκάδες επαφές και συναντήσεις που, ως πρόεδρος του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος, είχα με ανώτατα στελέχη της σημερινής Κυβέρνησης πριν και μετά την ανάληψη των κυβερνητικών καθηκόντων τους».